Συντάκτης: Athanasios Koutoupas

  • Ο Αττίκ στην πατρώα γη της Αιγύπτου

    Ο Αττίκ στην πατρώα γη της Αιγύπτου

    Ο Αιγυπτιώτης μελωδός Κλέων Τριανταφύλλου, γνωστότερος ως Αττίκ, είχε γεννηθεί στο Ζαγαζίκ μεταξύ 1882-1885 και μετά τις μουσικές του σπουδές και τη σχετική μελωδική σταδιοδρομία του στο Παρίσι από το 1907, όπου έγραψε 250 τραγούδια ως Chansonnier, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1930, ανοίγοντας την περίφημη ¨Μάντρα¨, απ΄ όπου αναδείχθηκαν πάμπολλοι σπουδαίοι καλλιτέχνες όπως οι Νίκος Μοσχονάς, Πάολα, Ποζέλλι, Νινή Ζαχά, Ντιριντάουα, Τραϊφόρος, Καλή Καλό, Ορέστης Λάσκος, Κάκια Μένδρη, Δανάη, η Αιγυπτιώτισσα Βέρα Βάντα, κ.ά. Μέχρι το θάνατο του το 1944, δεν έπαψε να σκορπίζει σπάνιες μελωδίες με τα 180 τραγούδια του και να αναδεικνύει μέσω της ¨Μάντρας¨ του σπουδαία ταλέντα, κάνοντας παράλληλα τουρνέ τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε ολόκληρο τον κόσμο.

    Δεν θα μπορούσε φυσικά σ΄ αυτές τις τουρνέ να μη συμπεριλάβει και την πατρώα γη της Αιγύπτου. Βέβαια, δεν γνωρίζουμε πόσες ακριβώς φορές επέστρεψε στη Νειλοχώρα, τον Απρίλιο του 1920 πάντως καταγράφεται συναυλία του στην αλεξανδρινή ¨Αλάμπρα¨ με τον Αττίκ να αναγγέλλεται ως πρωτότυπος καλλιτέχνης ¨του οποίου το δίφωνον σφύριγμα εξέπληξε την Ευρώπην¨, ενώ τον Ιούνιο του ίδιου έτους διαβάζουμε πως έδωσε συναυλίες στην αίθουσα του Συλλόγου ¨Αισχύλος¨ της Αλεξανδρείας, πλαισιωμένος από σημαντικούς ερασιτέχνες της πόλης, συναυλίες που γνώρισαν ιδιαίτερη επιτυχία. Τότε, στην αποχαιρετιστήρια του εσπερίδα ο Αττίκ ¨αυτοσυνοδευόμενος εις το πιάνο ετραγούδησε τα ωραιότερα τραγουδάκια του – όλα ελληνικά – και εσφύριξε με μεγάλη τέχνη αποσπάσματα από την Butterfly και την Norma¨. Τραγούδησαν επίσης η λυρική υψίφωνος Λάντη, η Iris Laterza και ο βαθύφωνος Παναγόπουλος, ενώ ο Σεγκόπουλος απήγγειλε ποιήματα των Καβάφη και Παλαμά.

    Το χειμώνα του 1932 επέστρεψε στην Αίγυπτο, όπου την 1η Ιανουαρίου έδωσε μία και μοναδική συναυλία στην ¨Αλάμπρα¨ της Αλεξανδρείας, η οποία, όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά, ¨ήλθε να μας ξετινάξη από την νωχέλειαν και τον λήθαργον που είχαμε περιπέση από την πολυετή έλλειψιν ενός αισθαντικού και πλήρους ζωής καλλιτέχνη, οίος ο Κλέων Τριανταφύλλου¨, ενώ στις 17 του Γενάρη εμφανίστηκε στο ¨Κουρσάλ¨ του Καΐρου με την εφημερίδα ¨Φως¨ της πόλης να γράφει πως ¨ο υπέροχος και εκλεκτός Έλλην καλλιτέχνης, είναι μια πανελλήνιος συμπαθής ελληνική καλλιτεχνική φυσιογνωμία, όστις εκινήσας εξ Αιγύπτου και ακριβώς εκ Ζαγαζικίου, κατώρθωσε να φθάση εις τα ύψη της καλλιτεχνικής δόξης. […] Τα πεταχτά τραγούδια του λεπτού τραγουδιστού τούτου που ξετρελλαίνει από ετών Έλληνας και Παρισινούς, ολίγοι είναι εκείνοι οίτινες δεν απήλαυσαν εις τους φωνογραφικούς δίσκους και εις τα εκλεκτά σαλόνια των Αθηνών και των ευρωπαϊκών πρωτευουσών¨. […] ¨Το πρόγραμμα είναι ποικίλον και εκλεκτόν. Το ¨Τρεχαντήρι¨, ¨Εσύ γελάς και εγώ πονώ¨, ¨Άλλαξ΄ ο κόσμος θαρρώ¨, ¨Φαληράκι¨, ¨Δημητράκης¨, ¨Ζητάτε να σας πω¨, ¨Τι περίφημος καιρός¨, κλπ., κλπ., και το ¨Αλήθεια σου το λέω Περσεφόνη¨ με συνεργασίαν του κοινού ! Ο Αττίκ θα σφυρίξη, αλλά και θα κάμη διαφόρους απομιμήσεις. Τα τραγούδια όλα είναι μουσική και στίχοι του Αττίκ. Αντίτυπα δια τραγούδι και πιάνο θα πωλώνται την ημέραν της συναυλίας προς 5 γρ.δ. Αι τιμαί των εισιτηρίων είναι : Θεωρεία 1ης σειράς 150 γρ.δ., 2ας σειρας 80, έδραι ορχήστρας 30, έδραι του κέντρου 20, καθίσματα 10 και γενική είσοδος 7. Τα εισιτήρια πωλούνται εις το Κουρσάλ και εις το Νάσιοναλ Οτέλ¨.

    Την άνοιξη του ίδιου έτους επανέκαμψε στη Χώρα του Μεγάλου Ποταμού, οπότε και εμφανίστηκε, με τη ¨Μάντρα¨ του πλέον, για 12 ημέρες στην αλεξανδρινή ¨Αλάμπρα¨ και κατόπιν σε μικρότερες αιγυπτιακές πόλεις όπως η Ισμαηλία (13/4) και τελευταία το Πορτ-Σάιτ (24/4), πριν αναχωρήσει για την Κύπρο, ενώ εντωμεταξύ είχε ανεβεί στη σκηνή του ¨Νέου Πριντάνια¨ της αιγυπτιακής πρωτεύουσας (8-23/4). Το συγκρότημα της ¨Μάντρας¨ του αποτελείτο από την 13χρονη βεντέτα Ρίτα Δ., το βαρύτονο Α. Αθανασιάδη, τη Μίτσα Δ., το μίμο Ζαζά και το ελληνικό χαβαγιανέζικο συγκρότημα του Κορινθίου, αποτελούμενο από τους χαβαγιστές Ο. Ματζουρίδου, Ι. Κορινθίου, Α. Βαμπάρη και Α. Κορινθίου. Για τις παραστάσεις αυτές οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν : ¨Τον εθαυμάσαμε στο σφύριγμα του των ¨Ιστοριών του Χόφμαν¨, στα τραγούδια και τις όμορφες συνθέσεις του. Δεν θα λησμονήσουμε ποτέ και το κόρο με τον κ. Αθανασιάδη. Θα θυμούμαστε επίσης για καιρό τη μικρούλα Ρίτα Δ. στους χορούς της και προ πάντων στο τραγούδι της Σεβίλλης της Κας Σωτηρίας Ιατρίδου. Είδαμε μια στάσι της Κυβέλλης στο ¨Ρωμάντζο¨ και μια άλλη πιο χαρακτηριστική της Κούρμη στη Ριρίκα από τον καρατερίστα-μίμο Ζαζά και συγκινηθήκαμε βαθειά με τις ζωηρές απαγγελίες της μεγάλης αδελφής της Ρίτας, Μίτσας Δ.¨. Και αλλού : ¨Μεγάλην επιτυχίαν εσημείωσεν η Ρίτα Δ. στο ¨Μπαλερινάκι¨, η Μίτσα Δ. εις τας νέας απαγγελίας, ο Αθανασιάδης με τον ¨Διαβάτην της Ζωής¨ και οι χαβαγισταί με τα νέα τους κομμάτια. Όσο για τον Αττίκ, εις το ονειρώδες ¨Μια νύχτα στο βουνό¨ δεν έχει κανείς παρά να κλείση τα μάτια του και μεταφέρεται ασυνειδήτως στις πλαγιές κάποιου ελληνικού βουνού¨.

    Αυτό που αξίζει πάντως να αναδημοσιευτεί, είναι η συνέντευξη που έδωσε ο Αττίκ στον Γ. Πιερίδη και δημοσιεύτηκε στον αλεξανδρινό ¨Ταχυδρόμο¨ στις 31/12/1931. Ας μεταφερθούμε λοιπόν στο χρόνο, κι ας την απολαύσουμε :

    ¨Όταν προχθές πήγα και τον συνάντησα εις το ¨Ιόριο¨, δεν τον ρώτησα τίποτα. Τον Αττίκ δεν πρέπει κανείς να τον ερωτά, πρέπει να τον ακούη. Εσταύρωσα λοιπόν τα χέρια και σαν μαθητής που διψά να μάθη ακόμα, άκουα όσα οι περισσότεροι από εμάς εδώ αγνοούμε, μολονότι πρόκειται για Έλληνα που ξεκίνησε από την Αίγυπτο και ακριβέστερα από το Ζαγαζίκ.

    Τα τραγούδια μου ; Αν σας ενδιαφέρουν τα γαλλικά μου τραγούδια, από αυτά πρέπει να αρχίσω, ανέρχονται σε διακόσια πενήντα. Σας φαίνονται πολλά ; Λίγα ; Επί εικοσιεπτά χρόνια που έζησα στο Παρίσι, τι ηθέλατε να κάνω ! Φυσικά, τα συνέθετα και τα τραγουδούσα ο ίδιος και αν κρίνω από την υποδοχή που τους έκανε το δύσκολο παρισινό κοινόν, ημπορώ να πω πως άρεσαν. Εκείνο που με έκανε περισσότερο γνωστό, εκείνο που με επέβαλε είναι το Καμπαρέ ¨De Deux Ans¨ (των δύο γαϊδάρων). Μην παραξενεύεσθε. Πρόκειται για καλλιτεχνικό καμπαρέ, όπως άλλωστε υπάρχουν πολλά στο Παρίσι. Η λέξις ¨καμπαρέ¨ έχει παρεξηγηθή στην Ελλάδα, σε βαθμό που να νομίζουν ότι δεν πρόκειται παρά για κέντρο με ωραίες και μισόγυμνες γυναίκες. Το καλλιτεχνικό όμως καμπαρέ που σας ανέφερα, όπως και όλα τα άλλα του είδους του, είναι καθώς θα έχετε βέβαια διαβάσει ένα κέντρο όπου οι συνθέται και οι συγγραφείς βγαίνουν και τραγουδούν οι ίδιοι τα τραγούδια τους. Σας αφήνω να μαντέψετε μόνος σας, τι σημασία έχει η υποδοχή και επιβολή ενός ξένου μέσα στο παριζιάνικο μορφωμένο κοινό, που δεν ικανοποιείται και τόσο εύκολα.

    Μικρή παύση. Όση δηλαδή χρειάζεται για να σκεφθώ τη σημασία που έχει η καλή υποδοχή του ελληνικού χιούμορ μέσα στο γαλλικό.

    Καιρός πια να κατέβωμε στην Αθήνα, εσυνέχισε σε λίγο ο Αττίκ. Αναγκάζομαι να περιαυτολογήσω, αλλά άφησα το Παρίσι και κατέβηκα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια για να προάγαγω το ελληνικό τραγούδι, το οποίον ομολογουμένως βρίσκεται σε κακά χάλια. Ήμουν δεκαέξι ετών όταν έγραψα το πρώτο μου ελληνικό τραγούδι, που έφερνε τον τίτλον ¨Μη μ΄ Αγαπάς, Μα…¨, το οποίο μάλιστα έστειλα και σε κάποιο διαγωνισμό. Ο Φέξης, τόσο του άρεσε, που μου το εζήτησε να το τυπώση και όχι μόνο δεν μετάνοιωσε, αλλά εσάστισε κι ο ίδιος για την επιτυχία του, μια εκδοτική επιτυχία, όχι και τόσο συνηθισμένη. Στα 1915 έγραψα το ¨Είδα Μάτια¨, από κάποια ατομική μου περιπέτεια και πέντε χρόνια αργότερα το ¨Αν Βγουν Αλήθεια¨, ένα τραγούδι που επώλησα στον εκδότη για 300 δραχμές και που εκείνος έβγαλε 150 χιλιάδες μόνο από τα πωληθέντα αντίτυπα. Φαντασθήτε τι έβγαλε από τους δίσκους…

    Δεν ημπόρεσα να κρατηθώ και τον ρώτησα : Εξακολουθείτε και τώρα να δίνετε τα τραγούδια σας στους εκδότες ;

    Όχι δα. Τα εκδίδω πλέον μόνος μου, όπως μόνος μου έρχομαι εις συνεννόηση με τις διάφορες εταιρίες δίσκων. Εις την Αλεξάνδρεια, καθώς έμαθα, έχουν αρκετή κυκλοφορία. Μου είπαν ότι τα δικά μου, μαζί με του Χατζηαποστόλου, είναι εκείνα που ζητούνται περισσότερο. Δεν πρόκειται φυσικά για τα παληά μου τραγούδια, που σας ανέφερα, αλλά για τις τελευταίες επιτυχίες της ¨Μάντρας¨, τις οποίες θ΄ ακούσετε στην αυριανή μου συναυλία.

    Εφθάσαμε επί τέλους στη ¨Μάντρα¨… Μιλήστε λίγο για την περίφημη ¨Μάντρα¨ σας.

    Ένα απλό θεατράκι που συχνάζεται από την καλή τάξι, τους διανοουμένους και συγγραφείς. Λίγο παρισινό καμπαρέ μέσα στην Αθήνα ή λίγη αρχαία Αθήνα, αν προτιμάτε, μέσα στη σημερινή. Στη σκηνή της Μάντρας ανέβηκαν ως σήμερα ο δραματικός συγγραφεύς κ. Χορν, ο επιθεωρησιογράφος κ. Βώτης και ο νέος επίσης επιθεωρησιογράφος κ. Ευαγγελίδης. Απήγγειλαν δικά τους ποιήματα και μονολόγους, όπως στις ¨μπουάτ¨ της Μοντμάρτης.

    Αλλά δεν ανέβηκαν μόνο οι συγγραφείς. Ανέβηκαν επίσης όσοι και όσες είχαν φωνή. Ημπορώ να κολακεύωμαι ότι ελανσάρισα τη Νικολέκσο, μια πρώτης τάξεως τραγουδίστρια, τον βαρύτονο Πέτρο Βλαστό, ο οποίος εξειλίχθη σ΄ ένα θαυμάσιο ¨ντιζέρ¨ και τελευταίως την Άρτεμι Τσοκοπούλου-Μάνεση, της οποίας η ελληνική και γαλλική προφορά την ανέδειξε επίσης σε μίαν εξαιρετική ¨ντιζέζ¨.

    Έπειτα έχω τους διαγωνισμούς τραγουδιών με βραβείον 500 δραχμών για όποιον τραγουδήση καλύτερα ένα δικό μου τραγούδι, ωρισμένο από πριν. Κηρύττω ακόμα και χιουμοριστικούς διαγωνισμούς, όπως έξαφνα της Κινίνης, επ΄ ευκαιρία της ανακαλυφθείσης καταχρήσεως. Το βραβείο θα έπαιρνε εκείνος ή εκείνη που θα κατάπιναν ένα δισκίον κινίνης, χωρίς κανένα μορφασμό. Φαντάζεσθε τι έγινε. Το βραβείο το πήρε, αν σας ενδιαφέρει, η Μις Αννίνου, η κόρη του Μπάμπη. Ένα επιτυχημένο νούμερο, ας το πούμε έτσι, είναι το… Χερούλι, δυο απαλάμες που χτυπούν, όταν λεχθή καμμιά… σαχλαμάρα από μένα ή από το κοινό. Όσο για τη σάλα, είναι μια κοινή μάντρα, με διάφορα ρητά στους τοίχους, μεταξύ των οποίων τα κυριότερο είναι : ¨Αγαπάτε τα Ζώα, τον Αττίκ και Αλλήλους¨. Στη ¨Μάντρα¨ με άλλα λόγια, θα ακούσετε εξωφρενισμούς, αλλά πάντοτε με λίγο ή πολύ πνεύμα¨.

     

    Πηγές : ¨Ταχυδρόμος¨, Αλεξάνδρεια 3-16/4/1920, 27-9/6/1920, 31/12/1931, 2/1/1932 – ¨Φως¨, Κάιρο 13/1/1932, 16/1/1932, 8/4/1932, 14/4/1932, 19/4/1932, 22/4/1932, 24/4/1932

     

    Ν.ΝΙΚΗΤΑΡΙΔΗΣ

  • Άλεκ Σκούφης – Ο Αιγυπτιώτης Τενόρος

    Άλεκ Σκούφης – Ο Αιγυπτιώτης Τενόρος

    Ο Άλεκ Σκούφης γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια στις 23/3/1886. Γόνος της παλαιάς αθηναϊκής οικογένειας Σκούφου – ο Γ. Σκούφος είχε διατελέσει Δήμαρχος Αθηναίων – ήταν γιος του διπλωματικού Ιωάννη Σκούφου (πρόξενος της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια) και της κόρης του Νικολάου Αμπέτ, κι αδελφός της Αικατερίνης Τρεχάκη, της Φροσύνης Κατσαρού και της Μ. Χωρέμη.

    Τις πρώτες του σπουδές έκανε στη Σχολή Ιησουϊτών, ενώ παράλληλα μαθήτευσε στη Φιλαρμονική Σχολή Αλεξανδρείας. Κατόπιν πήγε σε Ιταλία και Γαλλία, όπου σπούδασε μουσική, στην οποία είχε κλίση από μικρός, ενώ παράλληλα επιδόθηκε στην ποίηση και τη λογοτεχνία, εκδίδοντας στο Παρίσι ποιητικές συλλογές, καθώς και το μυθιστόρημα ¨Χρυσόψαρο¨.

    Επί πολλά χρόνια έδινε συναυλίες στην Αίγυπτο και στην Ευρώπη, διακρινόμενος κυρίως στο ρόλο του ¨Ριγολέττου¨ στην Όπερα του Μόντε Κάρλο, παίζοντας στο πλευρό του Καρούζο. Χαρακτηριστικά, το Γενάρη του 1917 ο αλεξανδρινός ¨Ταχυδρόμος¨ έγραφε : ¨Πολύς λόγος γίνεται εν Ευρώπη περί του Έλληνος συμπολίτου μας καλλιτέχνου Αλεξάνδρου Σκούφου, βαρυτόνου μελοδράματος, του οποίου πολλάς επιτυχίας ανέγραψαν το παρελθόν έτος αι θεατρικαί εφημερίδες του Μιλάνου. Ήδη η παρισινή εφημερίς ¨Θέατρον και Μουσική¨ αναγράφει νέας επιτυχίας του Σκούφου εις τον Ριγολέττον, ον έπαιξε εις το Μόντε Κάρλο το 1915 μετά του διασήμου τενόρου Καρούζο. ¨Αι τελευταίες παραστάσεις – γράφει η εφημερίς – απεκάλυψαν εις τον θεατρικόν κόσμον το όνομα του βαρυτόνου Αλεξάνδρου Σκούφου, νεαρού μαθητού του Άραμι. Ο νεαρός βαρύτονος προσέδωκεν εις τον ρόλον του γελωτοποιού χαρακτήρα τοσούτον τραγικού μεγαλείου και πνευματικής φαντασίας συνδυαζομένης με τόσην τελειότητα φωνής, ώστε επεβλήθη εις το κοινόν και εις το πλευρόν ακόμη του διασήμου Καρούζο¨. Εις τον αυτόν ρόλον, ο κ. Σκούφος ήρατο πραγματικόν θρίαμβον εις το Μέγα Θέατρον της Λυών, τουθ΄ όπερ θα ευχαριστήση πολύ όχι μόνον τους φίλους του, αλλά και εκείνους οι οποίοι δεν γνωρίζουσιν εν τω Σκούφω ειμή τον γλυκύν ποιητήν των ¨Πρασίνων Κληματίδων¨ και των ¨Ολυμπίων¨.

    Κατόπιν πήγε στην Αθήνα, όπου διορίστηκε καθηγητής του Ελληνικού Ωδείου, συνεργαζόμενος με τον Δ. Μητρόπουλο, αλλά δεν έμεινε για πολύ, ξαναπήγε στην Αλεξάνδρεια και κατόπιν στο Παρίσι, όπου έμεινε ως το τραγικό τέλος της ζωής του.

    Περνώντας λοιπόν τη ζωή του μεταξύ Αιγύπτου και Γαλλίας, συμμετείχε αφιλοκερδώς σε διάφορα φιλανθρωπικά κονσέρτα, όπως αυτό του Καλομοίρη στην Αλεξάνδρεια του 1920-22, στο οποίο όπως αναφέρεται ¨αληθώς είχε φανή υπέροχος, είχε τόσο πολύ εμβαθύνει στα νεοελληνικά έργα, είχε τόσο τέλεια αποδώσει και χρωματίσει τον Ελληνικό ρυθμό, που ολόκληρο το ακροατήριο υπό το κράτος δονιστικής συγκινήσεως εξέσπασε σε φρενητικά χειροκροτήματα¨. Ας σημειωθεί πως το ¨φόρτε¨ του ήταν ¨Ο γέρο Δήμος¨. Στη δε αλεξανδρινή ¨Αλάμπρα¨ το Δεκέμβριο του 1920 απέδωσε και πάλι το Ριγολέττο, ρόλος που όπως έλεγαν πολλοί τότε του ταίριαζε και οπτικά, αφού είχε μία ατροφία στο δεξί του πόδι.

    Τον συναντάμε όμως και στην Αθήνα, είτε στο θέατρο ¨Κεντρικόν¨ το Μάρτη του 1927 σε συναυλία με έργα του Σαμάρα υπό τη διεύθυνση του Δ. Μητρόπουλου, είτε προσκεκλημένο σε ¨ταράνσεν-πάρτυ¨ του ζεύγους Μακκά, είτε ως δάσκαλο της μετέπειτα σπουδαίας ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη, την οποία σε νεαρή ηλικία είχε προτρέψει να ακολουθήσει καριέρα πριμαντόνας.

    Έχοντας, όπως αναφέρει ο Τίμος Μαλάνος, ¨τις ροπές του Καβάφη, όχι όμως και την σύνεση εκείνου¨, αν και ήταν φίλοι, συναναστρεφόταν τις νύχτες νεαρούς της Μονμάρτης, με αποτέλεσμα στις 25/3/1932 να βρεθεί στο διαμέρισμα του, επί της οδού Ρώμης 97 πλησίον του σταθμού Σαιν Λαζάρ, άγρια δολοφονημένος. Οι εφημερίδες της εποχής αναφέρονται σε μακρά και άγρια πάλη με το δολοφόνο του, που φαίνεται πως γνώριζε καλά και ο οποίος του επέφερε στο μέρος της καρδιάς πολλά πλήγματα με στιλέτο, ενώ ο λαιμός του αποκόπηκε με ξυράφι. Οι αρχές διεξήγαγαν μεγάλη έρευνα, συμπεραίνοντας πως ο σκοπός της επίθεσης ήταν η κλοπή – ο Σκούφης ήταν ευκατάστατος και οικονομικά ανεξάρτητος –  αφού μετά το φόνο αφαιρέθηκαν από το σπίτι πολλά κοσμήματα σεβαστής αξίας. Τελικά, ο δράστης δεν βρέθηκε ποτέ…

    Λίγο μετά το θάνατο του, ο φίλος του Γ. Πιερίδης, έγραφε μεταξύ άλλων : ¨Τ΄ αλεξανδρινά πεζοδρόμια θυμούνται ακόμα τον χτύπο του μπαστουνιού του. […] Ο θόρυβος του μπαστουνιού του, ο μοναδικός, προμηνούσε τον ερχομό του. […] Και χωρίς το δυστύχημα του ποδιού του, ο Σκούφης ήταν κάποιος. Μια φυσιογνωμία. Στην Αλεξάνδρεια, στην Αθήνα, στο Παρίσι, αδιάφορο. Η προσωπικότης του δεν έσβυνε μέσα στα μεγάλα κέντρα, έστω κι αν περιτριγυριζόταν εκεί από πλήθος παράξενων, δυνατών, πρωτότυπων τύπων. Ο Σκούφης ήταν ο Σκούφης, κι ούτε να τον σβύσουν, ούτε να τον συγχύσουν με άλλον ήταν δυνατό. Ο νους του ; Η ψυχή του ; Ο χαρακτήρας του ; Μια κυψέλη αντιθέσεων ! Το παιδί και ο άνδρας, ο Μεφιστοφελής και ο Άγγελος, ο πολιτισμένος και ο βάρβαρος, ο καλός κι ο κακός, ο είρων και ο σοβαρός, ο φίλος και ο εχθρός. Όλοι συζούσαν μέσα του και δύσκολα να ξεχωρίση κανείς το στοιχείο εκείνο που υπερτερούσε. Ο ίδιος καλά-καλά δεν ήξερε. Σε κάποιο ποιήμα του ¨Ταυτότης¨, μεταφρασμένο από τον κ. Π. Γνευτό λέει : ¨Ποια περασμένα, ω Αίμα μου, στα βάθη μου δεν κρύβω / Και πια δεν έχουν σωριαστή στις φλέβες μου φαρμάκια / Και νοιώθω μες΄ το είναι μου την ώρα που δακρύζω / Να ζωντανεύουνε νεκροί που εγώ δεν τους γνωρίζω¨. […] Μια ώρα συναναστροφής με τον Άλεκ, όταν είχε κέφι, ήταν πανηγύρι, πνευματικό γλέντι. Γούστο, τάλαντο, εξυπνάδα, άστραφταν σαν πολύτιμη πέτρα στον ήλιο. […] Και ο πιο έξυπνος αντίπαλος προτιμούσε να σωπάση και ν΄ απολαύση τον Άλεκ. Τ΄ ανέκδοτα του, δροσερά, ανοιχτά, ¨πικάντικα¨, τσουχτερά, ήταν απόσταγμα της ζωής που πέρασε στις τρεις πόλεις. […] Η Αλεξάνδρεια δεν θα τον ξαναδή. Και ο ρυθμικός χτύπος του μπαστουνιού του είναι πλέον μια ανάμνησις […]¨.

    Τελευταία, μα σημαντική, ήταν η μετά θάνατον πράξη του ανοίγματος της διαθήκης του, μια διαθήκη που αξίζει να αναδημοσιευτεί, αφού τελικά χαρακτηρίζει τον καλλιτέχνη, τον άνθρωπο, τον Αιγυπτιώτη :

    ¨Δια αυτής ορίζει, το καθαρόν υπόλοιπον της ευρεθησομένης κινητής περιουσίας του, μετ΄ αφαίρεσιν των εξόδων και τελών, και αφού δοθούν 100 λίραι εις τον υπηρέτην του Άλυ Ιντρίς, διανεμηθή εις ίσα μέρη μεταξύ των ανεψιών του Δεσποίνης και Ιωάννας Π. Τρεχάκη, Μικέ και Ιωάννου Κ. Χωρέμη και Γ.Μ. Κατσαρού. Διαχειριστήν της ακινήτου περιουσίας του, συγκειμένης εκ του γωνιαίου κτιρίου της διασταυρώσεως των οδών Σταμπούλ και Τουσούν, αφήνει την Κοινότητα Αλεξανδρείας, με τας εξής υποχρεώσεις : 1] Εκ των εισοδημάτων ταύτης να εξοφληθή, εάν μέχρι του θανάτου δεν έχη εξοφληθή, χρέος του εις την Λαντ Μπανγκ οφ Ήτζυπτ. 2] Εκ του υπολοίπου να δίδωνται κατ΄ έτος εις την αδελφήν του Αικατερίνην Παντιά Τρεχάκη 250 λίραι. 3] Να διατίθενται κατ΄ έτος ανά 200 λίραι δι΄ ανωτέρας σπουδάς επί τριετίαν : α) Ενός νέου και μιας νέας αποφοίτων των Κοινοτικών Σχολών Αλεξανδρείας, οίτινες θα ήθελον να σπουδάσουν Φιλολογίαν ή οιανδήποτε άλλην επιστήμην πλην του Δικαίου, εις Πανεπιστήμια της Ευρώπης. β) Ενός μαθητού του Εθνικού Ωδείου Αθηνών, στελλόμενου επί τριετίαν εις Παρισίους, Βερολίνον ή Μιλάνον. Η διαθήκη ορίζει τον τρόπον, καθ΄ ον θα εκλέγωνται οι μαθηταί ούτοι. Το προς την Καν Π. Τρεχάκη κληροδότημα είναι τελείως προσωπικόν. Μετά θάνατον ταύτης, αι κατ΄ έτος 250 λίραι ορίζει όπως διατίθενται (επί τριετίαν) προς τελειοποίησιν σπουδαστού της εν Αθήναις Σχολής Καλών Τεχνών, κατά προτίμησιν γλύπτου ή ζωγράφου. Μετά την εξόφλησιν του προς την Λαντ Μπανγκ χρέους του, ο διαθέτης ορίζει όπως η Κοινότης λαμβάνη εκ των περισσευόντων εισοδημάτων 200 λίρας κατ΄ έτος και διαθέτη ταύτας κατ΄ εκλογήν υπέρ ενός των ιδρυμάτων της¨.

    Ας σημειωθεί, πως ο αποκλεισμός της Νομικής από τη διαθήκη του ¨δύναται να εξηγηθή εκ του γεγονότος ότι ο Άλεκ αρκετάς πικρίας εδοκίμασεν εις την ζωήν του εξ υποθέσων, αίτινες είχον σχέσις με την νομικήν επιστήμην και συναφώς ωμίλει εις τους φίλους του¨

    Πηγές : Τ. Μαλάνος ¨Αναμνήσεις ενός Αλεξανδρινού¨, Αθήνα 1971, σ.σ 88-91 – ¨Κ.Π. Καβάφης : Ο γέρος της Αλεξάνδρειας¨, Βόλος 1996, σ. 2 – ¨Ταχυδρόμος¨, Αλεξάνδρεια 4-17/1/1917, 2-15/12/1920, 3-16/3/1922, 26/3/1932, 28/3/1932, 29/3/1932, 31/3/1932, 4/4/1932, 5/4/1932 – ¨Σκριπ¨, Αθήνα 29/3/1927 – ¨Μπουκέτο¨, Αθήνα 19/9/1926 – www.backstage.ekalexandria.org (22/11/2016) – www.elenipapadaki.blogspot.gr (22/11/2016)

     

    Ν. ΝΙΚΗΤΑΡΙΔΗΣ

  • “ΑΪΣ ΚΡΙΜ”: Ανδρέας Παλαιολόγος – Ο Αιγυπτιώτης Επιθεωρησιογράφος & Ευθυμογράφος

    “ΑΪΣ ΚΡΙΜ”: Ανδρέας Παλαιολόγος – Ο Αιγυπτιώτης Επιθεωρησιογράφος & Ευθυμογράφος

    Ο Ανδρέας Ν. Παλαιολόγος, με καταγωγή από Λήμνο από τον πατέρα του και Πάτμο από τη μητέρα του, θα πρέπει να γεννήθηκε περί τα 1883-84 στην Αλεξάνδρεια, όπου και φοίτησε στο Αβερώφειο Γυμνάσιο. Κατόπιν σπούδασε αρχιτεκτονική στο Βέλγιο και αρκετά σχετικά έργα του μαρτυρούσαν το εξαιρετικό του γούστο, όπως ο κινηματογράφος ¨Ριάλτο¨ – του οποίου ήταν συνιδιοκτήτης – η διακόσμηση του ζαχαροπλαστείου ¨Αθηναίος¨, κ.ά. Στο Βέλγιο μάλιστα ασχολούταν με την ταχυδακτυλουργία και ήταν διπλωματούχο μέλος του Συνδικάτου Ταχυδακτυλουργών των Παρισίων.

    Όμως, όπως αναφέρει ο Ντ. Κουτσούμης είχε ¨έμφυτο το ταλέντο του κεφιού¨. Με το ψευδώνυμο ¨Άις Κριμ¨ είχε γράψει μόνος ή μαζί με άλλους και ανεβάσει επιθεωρήσεις που άφησαν εποχή στην Αλεξάνδρεια.  Έτσι, την πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο την έκανε επιστρέφοντας από τη Βαλκανική Εκστρατεία και συγκεκριμένα το 1914 με την επιθεώρηση ¨Όλοι θα περάσουν¨, για να ακολουθήσουν το 1915 η επιθεώρηση ¨Λα Ρεβύ ντε Υ.Υ.¨ μαζί με τον Ιωαννίδη στο θέατρο ¨Μπελβύ¨ που παίχτηκε κυρίως με Ιταλούς ηθοποιούς στα γαλλικά, το 1918 η επιθεώρηση ¨Πυξ Λαξ¨ στο θερινό ¨Λούνα Παρκ¨ με το θίασο Σολιάγγη-Μιχαηλίδη που παίχτηκε 28 βραδιές, το 1923 η απόδοση της γαλλικής οπερέτας ¨Ο Φίφης¨ με το θίασο Νέζερ, το 1927 η επιθεώρηση ¨Τουταγχαμών¨ μαζί με το Στέφανο Λυμπερόπουλο (¨Σόδα¨) στο θέατρο ¨Μπελβεντέρε¨ με το θίασο Πρινέα, το 1929 η επιθεώρηση ¨Φιλ Καρακόλ¨ μαζί με το Γιώργο Κοκκάλη (¨Κοκτέιλ¨) στο θερινό ¨Λούνα-Παρκ¨ και το καϊρινό θέατρο ¨Πριντάνια¨ με το θίασο Οικονόμου-Μεταξά, επιθεώρηση που επαναλήφθηκε το 1930 στο ¨Λούνα-Παρκ¨ με το θίασο Φιλιππίδη και κατόπιν η επιθεώρηση ¨Για Σαλάμ¨ μαζί με το Γ. Κοκκάλη στο θέατρο ¨Λούνα Παρκ¨. Ας σημειωθεί πως είχε γράψει και την επιθεώρηση ¨Δεν είμεθα καλά¨, που όμως δεν ανέβηκε ποτέ διότι θεωρήθηκε ¨παλαιάς σχολής¨, ενώ αργότερα έγραψε ένα νούμερο που το ερμήνευσε ο Γ. Γαβριηλίδης όταν είχε πάει με το θίασο Μ. Κοκκίνη.

    Αδυναμία του ήταν ο Γ. Σουρής και μάλιστα όταν το 1901 είχε πάει στην Αλεξάνδρεια με τις ¨Νεφέλες¨ του και το θεατρικό πρωτόκολλο ήθελε ρεντικότα, παρότι ο Παλαιολόγος ήταν ακόμη μαθητής του Γυμνασίου, έραψε μία και επιδεικτικά έκανε την εμφάνιση του.

    Ευθυμογράφος με μαχητική σατυρική πέννα ¨που έχυνε καυτό δηλητήριο, δίχως όμως να πληγώνει¨, ο Παλαιολόγος μαθητής ακόμη έβγαλε το 1898 το χειρόγραφο ευθυμογραφικό περιοδικό ¨Ο Κροκόδειλος¨ και το 1899 το ¨Γέλως¨, καθώς και το χειρόγραφο ¨Ημερολόγιον Γελοιογραφικόν¨. Χαρακτηριστικά, πειράζοντας κάποιον Παντελή, έγραφε ¨Ο Παντελής εδήλου, με πνεύμα κροκοδείλου, ότι δεν είν΄ εκ Δήμου, αλλ΄ από γης… αδήλου¨. Αργότερα μπήκε στον κύκλο του περιοδικού ¨Νέα Ζωή, ανεβάζοντας μικρές επιθεωρήσεις, όπως το ¨Όψεσθον-Όψεσθον¨ – που μέρος της τύπωσε και σε φυλλάδιο – στο εντευκτήριο του με μεγάλη επιτυχία.

    Συνεργάτης του ¨Ταχυδρόμου¨, επί χρόνια στόλιζε την εφημερίδα με τα τετράστιχα του,  στα οποία, κυρίως στα τελευταία χρόνια της ζωής του, είχε ιδιαίτερη αδυναμία και μάλιστα το 1944 τα συγκέντρωσε και εξέδωσε με το τίτλο ¨Τα τετράστιχα του Άις Κριμ¨.

    Ας σημειωθεί πως αρχικά υπέγραφε ως ¨Πάγος¨, όμως όταν στον Α΄π.π. τα αγγλικά στρατεύματα φέρανε στην Αλεξάνδρεια τη μόδα του άις κριμ, στα 1916 το υιοθέτησε ως ψευδώνυμο.

    Μανιώδης λάτρης του καραγκιόζη, είχε στο ατελιέ του μικρό θέατρο σκιών καλά οργανωμένο. Μάλιστα, όταν κάποτε ¨ναυάγησε¨ ένας θίασος στο ¨Λούνα Παρκ¨, ο Παλαιολόγος πρότεινε να παιχτεί καραγκιόζης διότι, όπως έλεγε, ¨τα χαρτόνια δεν έχουν τις μεγάλες απαιτήσεις των ηθοποιών¨…

    Του είχαν προτείνει να θέσει υποψηφιότητα για πρόεδρος της Λημνιακής Αδελφότητας και για Κοινοτικός Επίτροπος, αλλά αρνήθηκε. Παρόλα αυτά, είχε αναλάβει Έφορος Εορτών στο Σύλλογο ¨Αισχύλος-Αρίων¨, με τις γιορτές που διοργάνωσε στο ¨Ζαρντέν Ροζέτ¨ ν΄ αφήνουν εποχή. Είχε επίσης διοργανώσει μια άλλη γιορτή για λογαριασμό φιλανθρωπικού σωματείου στο ¨Καζίνο Μπελβεντέρε¨ και στη Λαϊκή Ένωση Φιλελευθέρων Αλεξανδρείας, δημιουργώντας μια δικής τους εμπνεύσεως ¨γέφυρα¨ μεταξύ των δύο κτιρίων.

    Είχε εκδώσει τα : ¨Στο Ντάνσιγκ¨ (1916), ¨Πυξ-Λαξ, επιθεώρησις : Τα εν αυτή άσματα¨ (1918), ¨Τραγουδάκια της νέας επιθεώρησις Πυξ-Λαξ¨ (1919), ¨Το νέον Πυξ Λαξ του 1921¨ (1921), ¨Ο Τουταγχαμών στην Αλεξάνδρεια¨ (1927), ¨Τουταγχαμών : Μερικά από τα τραγουδάκια¨ (1927?), ¨Το Όχι !¨ (με τον Ντ. Κουτσούμη, 1942), καθώς και τα ευθυμογραφικά ¨Βαρελότο¨ και ¨Μπουρλότο¨, ενώ το ¨Καρότο¨ δεν πρόλαβε, αφού τα δοκίμια του βρίσκονταν ακόμη στο τυπογραφείο όταν πέθανε.

    Παντρεμένος με την Μαργαρίτα Παλαιολόγου, δεν απέκτησαν παιδιά, ενώ αδέλφια του ήταν οι Μιχαήλ και Θεμιστοκλής Παλαιολόγος. Πέθανε στις 25/6/1952.

    Ν.ΝΙΚΗΤΑΡΙΔΗΣ

  • Βραβείο σεναρίου για τον Λάνθιμο και Φιλίππου στις Κάννες

    Βραβείο σεναρίου για τον Λάνθιμο και Φιλίππου στις Κάννες

    Ο Γιώργος Λάνθιμος και ο Ευθύμης Φιλίππου κέρδισαν το βραβείο σεναρίου, για την ταινία The killing of the sacred deer, στο 70 Φεστιβάλ των Καννών. Το βραβείο μοιράστηκαν με τη Βρετανίδα Λιν Ράμσεϊ που υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία της ταινίας You were never really here, που προβλήθηκε τελευταία στο διαγωνιστικό τμήμα.

    «Ευχαριστώ την κριτική επιτροπή για αυτό το ωραίο δώρο», είπε ο Έλληνας σκηνοθέτης παραλαμβάνοντας το βραβείο του ενώ η Ράμσεϊ δήλωσε πολύ συγκινημένη για τη βράβευσή της.

    Η Σοφία Κόπολα απέσπασε στις Κάννες το βραβείο σκηνοθεσίας για την ταινία The Beguiled, ένα ριμέικ της ταινίας «Ο προδότης» του 1971.

    Ο Ρώσος σκηνοθέτης Αντρέι Ζβιαγκίντσεφ απέσπασε το βραβείο της κριτικής επιτροπής για την ταινία Loveless. Είναι η τρίτη φορά που ο Ρώσος δημιουργός βραβεύεται στο Φεστιβάλ των Καννών.

    Το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας πήγε στην Νταϊάν Κρούγκερ, την πρωταγωνίστρια της γερμανόφωνης ταινίας In the fade ενώ το αντίστοιχο βραβείο ανδρικής ερμηνείας απονεμήθηκε στον Χοακίν Φίνιξ για την ταινία You were never really here.

    Η Γαλλίδα σκηνοθέτιδα Λεονόρ Σεράιγ τιμήθηκε με την Χρυσή Κάμερα, το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη, για την κωμωδία Jeune Femme με πρωταγωνιστές τη Λετίσια Ντος και τον Γκρεγκουάρ Μονσενιόν.

    Την τελετή λήξης και απονομής των βραβείων του 70ου Φεστιβάλ άνοιξε γύρω στις 20.20 η Ιταλίδα ηθοποιός Μόνικα Μπελούτσι, φορώντας μια αστραφτερή μαύρη τουαλέτα.

    Η κριτική επιτροπή, με πρόεδρο τον Ισπανό σκηνοθέτη Πέδρο Αλμοδόβαρ, είχε παραδώσει τον φάκελο με την απόφασή της λίγο μετά το μεσημέρι, αφού αποσύρθηκε για αρκετές ώρες σε μια έπαυλη, αποκομένη από τον έξω κόσμο. «Ήταν μια δύσκολη ημέρα, οι ταινίες ήταν εξαιρετικές», παραδέχτηκε η ηθοποιός και μέλος της επιτροπής Τζέσικα Τσαστέιν, μιλώντας πριν από την έναρξη της τελετής στο Canal+.

    Η σουηδική ταινία The Square του Ρούμπεν Όστλουντ, μια σάτιρα με κεντρικό πρόσωπο τον επιμελητή μιας έκθεσης σε ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης, απέσπασε τον Χρυσό Φοίνικα στο 70ό Φεστιβάλ των Καννών, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Πέδρο Αλμοδόβαρ.

    «Είναι μια καταπληκτική ταινία και μια καταπληκτική ομάδα. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να ξανασυνεργαστούμε» είπε ο σκηνοθέτης παραλαμβάνοντας το βραβείο του.

    Εξάλλου, με το Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής τιμήθηκε η γαλλική ταινία 120 battements par minute του Ρομπέν Καμπιγιό.

    Ένα ειδικό βραβείο για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ απονεμήθηκε επίσης στην ηθοποιό Νικόλ Κίντμαν, που φέτος είχε την τιμητική της αφού πρωταγωνιστούσε σε τρεις ταινίες που προβλήθηκαν στο πλαίσιο του Φεστιβάλ ενώ συμμετέχει και στην τηλεοπτική σειρά μυστηρίου της Τζέιν Κάμπιον Top of the lake.

    «Σας αγαπώ, ευχαριστώ πολύ, ελπίζω να τα ξαναπούμε πολύ-πολύ σύντομα» ήταν το μήνυμα που έστειλε μέσω βίντεο η Κίντμαν, η οποία έχει ήδη αναχωρήσει από τις Κάννες.

    Η Σοφία Κόπολα, που λίγο νωρίτερα είχε τιμηθεί με το βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας για την ταινία The Beguiled, ευχαρίστησε τον πατέρα της, τον Φράνσις Φορντ Κόπολα, που «μοιράστηκε μαζί της την αγάπη του για τον κινηματογράφο».

    (www.omogeneia.gr)