Ετικέτα: Αρχαιολογία

  • Νέα ευρήματα στην Κέρο από την εποχή των Πυραμίδων

    Νέα ευρήματα στην Κέρο από την εποχή των Πυραμίδων

    Για τα νέα εντυπωσιακά ευρήματα που εντοπίστηκαν στην Κέρο, κάνει λόγο δημοσίευμα των Times. Σύμφωνα με τον ιστότοπο της αγγλικής εφημερίδας, μια από τις πιο αινιγματικές αρχαίες θέσεις στην Ελλάδα αποκαλύπτει νέα επίπεδα πολυπλοκότητας μετά από μια δεκαετία έρευνας.

    Και αμέσως εξηγεί ότι πρόκειται για την εύρεση μιας εντυπωσιακής κλίμακας κι ενός δρόμου (μονοπατιού) που συνέδεε τον πετρώδη λόφο Κάβο της Κέρου με τη βραχονησίδα Δασκαλιό, περιοχές οι οποίες στην αρχαιότητα συνδέονταν μεταξύ τους με μια λεπτή λωρίδα γης (και τον καταποντισμένο σήμερα δρόμο). Τα ευρήματα, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, χρονολογούνται την εποχή των Πυραμίδων της Αιγύπτου.

    «Το αρχαιότερο νησιωτικό ιερό στον κόσμο», σύμφωνα με τον γνωστό Βρετανό αρχαιολόγο, Σερ Κόλιν Ρένφριου, που ερευνά εδώ και χρόνια την περιοχή, βρίσκεται στο απόμερο και ακατοίκητο νησί της Κέρου στα νότια των Κυκλάδων, μεταξύ Νάξου και Σαντορίνης, επίσης σημαντικά κέντρα της Εποχής του Χαλκού.

    Όπως αναφέρουν οι Times, εκεί όπου ο δρόμος συναντά την απότομη πλαγιά του Κάβου, οι πρόσφατες ανασκαφές έχουν φέρει στην επιφάνεια μια σκάλα, που ανεβαίνει την πλαγιά προς τις δυο περιοχές όπου γίνονταν οι «τελετουργικές εναποθέσεις».

    Πρόκειται για τις εναποθέσεις εκατοντάδων σπασμένων κομματιών από μαρμάρινα κυκλαδικά ειδώλια, καθώς και από μαρμάρινες λεκάνες και ασυνήθιστα κεραμικά αγγεία πόσης κρασιού, που φέρουν το παρατσούκλι «σαλτσιέρες» εξαιτίας του σχήματός τους. Είναι εντυπωσιακό ότι σχεδόν κανένα από τα μαρμάρινα κομμάτια δεν «κολλάει» με άλλο και κανένα ολόκληρο ειδώλιο ή αγγείο δεν έχει βρεθεί, αλλά ούτε και κάποιο ίχνος από θραύση στη γύρω περιοχή, γεγονός που υποδηλώνει ότι τα κομμάτια έρχονταν στον Κάβο ήδη σπασμένα από άλλο μέρος.

    Επιπλέον, κανένα από τα 500 και πλέον κομμάτια ειδωλίων ή τα 2.500 περίεργα κομμάτια μαρμάρινων λεκανών δεν έχει βρει το ταίρι του σε κάποιο κυκλαδικό αντικείμενο που εντοπίστηκε αλλού ή αποκτήθηκε μέσω της αγοράς παράνομης διακίνησης αρχαιοτήτων. «Φαίνεται ότι υπήρχε ένα είδος υποχρέωσης να φέρνουν ένα κομμάτι σπασμένου ειδωλίου και να το αποθέτουν στο ιερό νησί της Κέρου, πιθανότατα διαμένοντας μερικές μέρες στο Δασκαλιό κατά τη διάρκεια της ολοκλήρωσης της τελετής», είχε υποθέσει πριν έξι χρόνια ο καθηγητής Ρένφριου (The Times, June 18, 2011).

    Το ύφος της κεραμικής, αλλά και οι ραδιοχρονολογήσεις, αποδεικνύουν ότι οι τελετουργικές εναποθέσεις έγιναν κυρίως μεταξύ 2750 και 2550 π. Χ., με σταδιακή μείωση στον επόμενο ενάμιση αιώνα. Η πρόσφατα ανακαλυφθείσα σκάλα είναι «συνομήλικη» της τελετουργικής δραστηριότητας.

    Σημειώνεται ότι στη νησίδα Δασκαλιό έχουν εντοπιστεί από το 2008 τα κατάλοιπα πέτρινου τελετουργικού κτιρίου μήκους 16 μ., που χρονολογείται μεταξύ 2550 και 2400 π. Χ. και το οποίο εγκαταλείφθηκε περίπου το 2000 π. Χ. Σύμφωνα με τον κ. Ρένφριου, είναι «το μεγαλύτερο γνωστό κτίριο της Πρωτοκυκλαδικής Περιόδου», η δε περιοχή «έχει την πιο εντυπωσιακή δημόσια αρχιτεκτονική στις Κυκλάδες για την εποχή, που όμοιά της δεν υπάρχει πουθενά στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου».

    Επιπλέον, όπως είχε γίνει γνωστό το 2008, μέσα στο κτίριο εντοπίστηκαν τρία χάλκινα τσεκούρια, τα οποία ζυγίζουν περισσότερο από ένα κιλό, γεγονός πολύ σημαντικό για τη μεταλλουργία του νησιού, που πιθανόν έπαιξε τον ρόλο της στη σπουδαιότητα της εγκατάστασης, ενώ ένα μικρότερο κυκλικό κτίριο στο Δασκαλιό, που έκρυβε 350 θαλάσσια βότσαλα στο εσωτερικό του και βρέθηκε στην ίδια ανασκαφική περίοδο, δείχνει τελετουργικές πρακτικές και στη θέση της σημερινής βραχονησίδας.

    «Η σημασία του ιερού της Κέρου ως το πρώτο σημαντικό θρησκευτικό κέντρο στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού ενισχύεται από τα νέα ευρήματα στην εγκατάσταση του Δασκαλιού» δήλωσε πρόσφατα ο κ. Ρένφριου, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα. «Οι κύριες τελετουργικές εναποθέσεις σπασμένων μαρμάρινων ειδωλίων και αγγείων, καθώς και κεραμικών αγγείων πόσης, έγιναν στον Κάβο της Κέρου, χωρίς να συνοδεύονται από την παρουσία εντυπωσιακών κατασκευών ή κάποιου μεγάλου συγκροτήματος κτιρίων», τόνισε, συμπληρώνοντας:

    «Αντίθετα, αυτά τα μνημειώδη κτίρια κατασκευάστηκαν στον οικισμό του Δασκαλιού, ο σχεδιασμός και τα μνημειώδη χαρακτηριστικά του οποίου τώρα αρχίζουν να γίνονται κατανοητά. Ήταν σαφώς το σημαντικότερο τελετουργικό κέντρο των Κυκλάδων στο κέντρο του Αιγαίου από τις αρχές της 3ης χιλιετίας π. Χ., αναμφισβήτητα κάπου 500 χρόνια νωρίτερα από οποιοδήποτε άλλο τελετουργικό κέντρο στο προϊστορικό Αιγαίο», ανέφερε ο Βρετανός καθηγητής.

    (www.athina984.gr)

  • Αμφίπολη, η Αλεξάνδρεια της Ελλάδας;

    Αμφίπολη, η Αλεξάνδρεια της Ελλάδας;

    Η Αμφίπολη ιδρύθηκε από τους Αθηναίους, συγκεκριμένα από τον στρατηγό Άγνωνα, το 438 π.Χ. . Η πόλη-κράτος των Αθηνών εκείνη την περίοδο βρίσκεται στη χρυσή εποχή της ανάπτυξής της.
    Για την κοινωνική προστασία των φτωχότερων και ακτήμονων τάξεων του αττικού πληθυσμού, αλλά και για την κατοχύρωση της αθηναϊκής κυριαρχίας μέσα στην περιοχή της μεγάλης αθηναϊκής συμμαχίας που είχε σχηματίσει, ίδρυε διάφορες αποικίες και κληρουχίες. Η διαφορά τους είναι ότι, ενώ οι αποικίες οργανώνονταν ως ανεξάρτητες πολιτείες με ιδιαίτερη νομοθεσία κατά τα πρότυπα των παλαιών αποικιών της αρχαϊκής εποχής, οι κληρουχίες είχαν άρρηκτη πολιτική εξάρτηση από το αθηναϊκό κράτος. Οι κληρούχοι διατηρούσαν τα δικαιώματά τους ως Αθηναίοι πολίτες και η περιοχή τους ήταν τμήμα της αθηναϊκής επικράτειας. Τέτοια κληρουχία ήταν η Αμφίπολη, η οποία είχε αττική φρουρά που διοικούνταν από φρούραρχο.

    Η περιοχή που ιδρύθηκε η νέα πόλη ήταν γνωστή από τον 6 αι. π.Χ. και ανήκε στους Εδωνίτες της Θράκης και ονομαζόταν «Εννέα Οδοί». Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ο Ξέρξης κατά την εκστρατεία του στην Ελλάδα το 480 π.Χ., καθώς περνούσε τις γέφυρες του Στρυμόνα, έθαψε ζωντανά εννέα νεαρά αγόρια και κορίτσια ως θυσία. Η περιοχή αυτή ήταν ιδιαίτερα σημαντική για την Αθήνα, γιατί έλεγχε την πλούσια ενδοχώρα του πλωτού εκείνη την εποχή ποταμού Στρυμόνα, αλλά και των μεταλλείων χρυσού και ασημιού του όρους Παγγαίου. Πήρε την ονομασία Αμφίπολη, ίσως γιατί ήταν χτισμένη μεταξύ του ποταμού Στρυμόνα και της λίμνης Κερκινίτιδας, η οποία μόλις το 1930 αποξηράνθηκε, γιατί είχε καταντήσει έλος επικίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων της περιοχής.

    Το πόσο σημαντική πόλη ήταν φαίνεται από το πάθος των Αθηναίων να την ανακαταλάβουν, όταν την έχασαν. Το 424 π.Χ. η πόλη, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου, έπεσε στα χέρια των Σπαρτιατών, όπως η Θεσσαλία και οι περισσότερες πόλεις της Χαλκιδικής. Ο Αθηναίοι προσπάθησαν να την πάρουν με στρατό που στάλθηκε από τη Θάσο με αρχηγό τον κατοπινό μεγάλο ιστορικό Θουκυδίδη. Λόγω της αποτυχίας ο ιστορικός εξορίστηκε (και από την εξορία άρχισε να γράφει την ιστορία του Πελοποννησιακού πολέμου). Οι Αθηναίοι όμως δεν ξέχασαν την Αμφίπολη και το 423/22 έστειλαν τον Κλέωνα, το νέο ήρωα της αττικής δημοκρατίας, ο οποίος όμως σκοτώθηκε, όπως και ο σπαρτιάτης στρατηγός Βρασίδας, για τον οποίο οι Αμφιπολίτες ίδρυσαν γι’ αυτόν μνημείο στην αγορά τους και του απένειμαν ηρωικές τιμές.

    Τελικά οι Σπαρτιάτες την κράτησαν, παρόλο που η Αθήνα την απαιτούσε. Οι απαιτήσεις των Αθηναίων για την επικύρωση των αξιώσεών της πάνω στην πολύ σημαντική πόλη της Αμφίπολης συνεχίστηκε κατά την περίοδο της δεύτερης αττικής συμμαχίας (386 πΧ.-371π.Χ.), αλλά και την περίοδο της θηβαϊκής ηγεμονίας (371π.Χ.-362π.Χ.) χωρίς όμως πάλι αποτέλεσμα.
    Με την Αμφίπολη ασχολήθηκε στη συνέχεια ο Φίλιππος Β΄, ο νέος και φιλόδοξος βασιλιάς της Μακεδονίας. Παίρνοντας το θρόνο και, επειδή κινδύνευε το βασίλειο από τους Ιλλυριούς, τους Παίονες και τους Θράκες, για να πάρει με το μέρος του τους Αθηναίους, προβαίνει σε μια θεαματική ενέργεια. Παραιτείται από την Αμφίπολη. Όταν όμως ο Φίλιππος απαλλάχτηκε από τους κινδύνους, κατέλαβε την Αμφίπολη αιφνιδιαστικά το 357 π.Χ. . Έκτοτε η πόλη αποτέλεσε αναπόσπαστο τμήμα της μακεδονικής μοναρχίας καθ’ όλη τη διάρκειά της, όντας ένας σπουδαίος κόμβος στον κάτω ρου του ποταμού Στρυμόνα. Φτιάχτηκε εκεί νομισματοκοπείο και ναυπηγείο. Ήταν σημαντική ναυτική βάση των Μακεδόνων και τα 160 πολεμικά πλοία της εκστρατείας του Μ. Αλέξανδρου ξεκίνησαν από την Αμφίπολη. Γι’ αυτό ο μεγάλος στρατηλάτης σκόπευε να ανεγείρει έναν μεγαλοπρεπή ναό στην πόλη για να την τιμήσει για το παραπάνω γεγονός. Άλλωστε ήταν και ο ίδιος θαυμαστής της, όπως αναφέρει ο Διόδωρος Σικελιώτης.

    Αργότερα μάλιστα έποικοι ίδρυσαν πόλη με το όνομα Αμφίπολη, την ελληνιστική περίοδο, με προτροπή του Σέλευκου, στις όχθες του Ευφράτη ποταμού!

    Με την πτώση του Μακεδονικού Βασιλείου από τους Ρωμαίους η Αμφίπολη έγινε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η πόλη ορίστηκε πρωτεύουσα μίας από τις τέσσερις διοικητικές περιφέρεις στις οποίες χώρισαν οι Ρωμαίοι τη Μακεδονία, τις επονομαζόμενες μερίδες (οι άλλες τρεις ήταν η Θεσσαλονίκη, η Πέλλα και η Πελαγονία). Η μερίδα της στην συνέχεια ενσωματώθηκε στην επαρχία της Θράκης. Από την πόλη διερχόταν η περίφημη Εγνατία οδός.

    Μετά τις επιδρομές των Σλάβων στα τέλη του 6ου αιώνα μ.Χ. η Αμφίπολη ερήμωσε σταδιακά για να εγκαταλειφθεί εντελώς τον 8ο αιώνα μ.Χ., όταν οι περισσότεροι κάτοικοι κατέφυγαν στην κοντινή παραθαλάσσια πόλη Ηιώνα, που πλέον είχε μετονομαστεί από τους Βυζαντινούς σε Χρυσόπολη.

    Πολύ κουβέντα γίνεται αν ο εντυπωσιακός τάφος που ανακαλύφθηκε σε κοντινό λόφο της αρχαίας Αμφίπολης είναι του Μ. Αλέξανδρου. Μετά το θάνατό του, το σώμα του το πήρε ο στρατηγός του, ο Πτολεμαίος και το έφερε στη Μέμφιδα της Αιγύπτου (σημερινό Κάιρο) και, στη συνέχεια, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου τοποθετήθηκε για πρώτη φορά σε ένα τάφο και στη συνέχεια τοποθετείται σε ένα δεύτερο τάφο.

    Το σώμα του Αλεξάνδρου στη συνέχεια θα το δουν μία σειρά από γνωστά ονόματα της παγκόσμιας ιστορίας, συμπεριλαμβανομένων του Ιούλιου Καίσαρα και του Οκταβιανού Αυγούστου. Ο Καρακάλλας, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας στις αρχές του τρίτου αιώνα μ.Χ., φαίνεται να έχει δει, αν όχι το σώμα του, τον τάφο του σίγουρα το 215 μ.Χ. . Κάπου στα μέσα του 4 αι. μ.Χ. με τις καταστροφές των φανατικών χριστιανών στην Αίγυπτο το σώμα και ο τάφος φαίνεται να έχουν εξαφανιστεί χωρίς ίχνος. Κάποιοι ανέφεραν ότι ο τάφος, έτσι κι αλλιώς, υπήρχε τον 16ο ή τον 17ο αιώνα μ.Χ. !. Από τις αρχές του 19ου αιώνα, υπήρξαν ανακοινώσεις από επτά ευρήματα του τάφου του Αλέξανδρου. Κάθε ένα από αυτά έχει αποδειχθεί ότι ήταν λανθασμένα.
    Μία πιθανότητα είναι να είναι της Ρωξάννης και του γιου και διαδόχου του Μ. Αλέξανδρου, Αλέξανδρου Δ΄ , αν και ο τάφος του μικρού διαδόχου βρέθηκε και στην Βεργίνα (αρχαίες Αιγές). Στην Αμφίπολη ζούσαν τα τελευταία χρόνια περιορισμένοι η σύζυγος του μεγάλου στρατηλάτη και ο γιος της και διάδοχος από τον στρατηγό Κάσσανδρο.

    Όταν οι στρατηγοί του Μ. Αλέξανδρου υπέγραψαν συνθήκη, ο Κάσσανδρος βρέθηκε σε μειονεκτική θέση. Έπρεπε να κρατήσει την εξουσία της Μακεδονίας μόνο για όσο χρονικό διάστημα χρειαζόταν μέχρι να ενηλικιωθεί ο έφηβος Αλέξανδρος Δ΄. Ο όρος αυτός όμως ήταν η θανατική καταδίκη για τον τελευταίο διάδοχο του οίκου των Αργεαδών. Το 310/09 π.Χ. η Ρωξάννη και ο γιος της δολοφονούνται στην Αμφίπολη κατ’ εντολή του Κάσσανδρου.

    Τέλος η Αμφίπολη ήταν η γενέτειρα των ναυάρχων και φίλων του Μ. Αλέξανδρου Νέαρχου, Ανδροσθένη και Λαομέδοντα και θα μπορούσε να είναι μνημείο προς τιμή τους.

    (www.enallaxnews.gr)

  • Ταυτίστηκε το Ασκληπιείο στην αρχαία πόλη της Κύθνου, σύμφωνα με τους ανασκαφείς της

    Ταυτίστηκε το Ασκληπιείο στην αρχαία πόλη της Κύθνου, σύμφωνα με τους ανασκαφείς της

    Πλούσια και εντυπωσιακά ήταν το 2016 τα αρχαιολογικά ευρήματα στην Κύθνο, στη θέση Βρυόκαστρο, όπου τοποθετείται η αρχαία πρωτεύουσα του νησιού. Όπως πληροφορεί, με ανακοίνωσή της, η ανασκαφική ομάδα, επικεφαλής της οποίας είναι ο καθηγητής Αλέξανδρος Μαζαράκης Αινιάν, οι έρευνες επικεντρώθηκαν στα δύο δημόσια κτίρια (ιερά) των κλασικών-ελληνιστικών χρόνων στο Μεσαίο Πλάτωμα της Άνω Πόλης. Μάλιστα, το ένα από αυτά (Κτίριο 1) ταυτίστηκε με το Ασκληπιείο, το οποίο και αναζητείτο.

    Συγκεκριμένα, η λατρευτική χρήση του Κτιρίου 1 (που έχει διαστάσεις 17,40 Χ 11,50 μ.) τεκμηριώνεται τόσο από την παρουσία βωμού στα ανατολικά, όσο και από τα κινητά ευρήματα. «Μεταξύ άλλων πρόκειται για θραύσματα πήλινων ειδωλίων και μια μικρή μαρμάρινη κεφαλή Ασκληπιού, που βρέθηκε εντός του βόρειου προστώου. Η έρευνα του εσωτερικού της παρακείμενης δεξαμενής, έως βάθ. 7.50 μ., έφερε στο φως αρκετά θραυσμένα μικρά μαρμάρινα γλυπτά παιδικών μορφών ελληνιστικών-ρωμαϊκών χρόνων, καθώς και έναν ενεπίγραφο κιονίσκο ρωμαϊκών χρόνων (1ος – 2ος αι. π.Χ.), αφιέρωμα από κάποια Καλλιστώ προς τον Ασκληπιό. Η λατρεία του Ασκληπιού στην Κύθνο ήταν γνωστή ήδη από ένα αναθηματικό ανάγλυφο του β’ μισού του 4ου αι. π.Χ. με προέλευση το νησί που φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο και το οποίο απεικονίζει την υποδοχή του Ασκληπιού από τοπικό ήρωα», αναφέρει, μεταξύ άλλων, η ανακοίνωση.

    Το Κτίριο 1 πρέπει να οικοδομήθηκε στους όψιμους κλασικούς χρόνους (4ος αι. π.Χ.), αλλά η κύρια φάση χρήσης του τοποθετείται στην ελληνιστική περίοδο. «Η παρουσία αρκετών ρωμαϊκών λύχνων στα ανώτερα στρώματα φανερώνει τη συνέχιση της λειτουργίας του οικοδομήματος και κατά τους χρόνους αυτούς. Μία ενεπίγραφη βάση τιμητικής στήλης του Δήμου Κυθνίων του β’ μισού του 2ου αι. π.Χ. ή των αρχών 1ου αι., βρέθηκε τοποθετημένη σε β’ χρήση στο ύστερο νότιο προστώο», προστίθεται στην ανακοίνωση. Αντίθετα, η χρήση του Κτιρίου 2 (διαστάσεων 20,20 Χ 8 μ.), παρά τα ποικίλα και ενδιαφέροντα ευρήματα, δεν έχει ακόμα αποσαφηνιστεί. Όπως ενημερώνουν οι αρχαιολόγοι, στο εσωτερικό του κτιρίου, όπου η έρευνα δεν έχει ολοκληρωθεί, «συλλέχθηκε κεραμεική κυρίως των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, εμπορικοί αμφορείς (αρκετοί με ενσφράγιστες λαβές), μολύβδινα αντικείμενα, πήλινα γυναικεία ειδώλια, χάλκινες βελόνες και ήλοι κ.ά.».

    Τα ιερά ιδρύθηκαν στο φρύδι της κορυφογραμμής, όπου η σύνδεση με το λιμάνι γινόταν με μία λαξευμένη στον βράχο σκάλα. Μάλιστα, φαίνεται ότι η ορατότητα αυτών των κτιρίων από τη θάλασσα ήταν ένα βασικό κριτήριο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού των ιερών. Πολύ κοντά τους είχαν εντοπιστεί παλαιότερα μία ελληνιστική επιγραφή («Σαμοθρακίων Θεών») και θραύσμα μαρμάρινου αγάλματος, που αποδόθηκε στον Μεσσήνιο γλύπτη Δαμοφώντα, ενώ η αρχαιότερη ανθρώπινη παρουσία εδώ, με βάση την κεραμική, τοποθετείται στους γεωμετρικούς-πρώιμους αρχαϊκούς χρόνους. «Η σύνδεση της επιγραφής των “Σαμοθρακίων Θεών” με το νοτιότερο διαμέρισμα του Κτίριου 1 παραμένει μία απλή υπόθεση, ενώ η σύνδεση της λατρείας της Αφροδίτης με το Κτίριο 2 δεν φαίνεται πλέον πειστική. Η συνέχιση της ανασκαφής ελπίζουμε ότι θα αποσαφηνίσει τα ζητήματα αυτά», καταλήγει η ανακοίνωση των αρχαιολόγων, οι οποίοι αναμένουν και άλλες απαντήσεις με την ολοκλήρωση της έρευνας.

    Οι ανασκαφές στην αρχαία πόλη της Κύθνου πραγματοποιήθηκαν το καλοκαίρι από το τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με τη συνεργασία της Εφορείας Κυκλάδων. Ομάδα σπηλαιολόγων της ΣΠΕΛΕΟ εργάστηκε εθελοντικά στην έρευνα της δεξαμενής. Οι έρευνες στηρίχθηκαν οικονομικά από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, τη ΓΓ Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, τον δήμο Κύθνου και κυρίως από τον χορηγό, Αθανάσιο Μαρτίνο. Από πλευράς Εφορείας Αρχαιοτήτων υπεύθυνη ήταν η αρχαιολόγος Θεοδώρα Παπαγγελοπούλου.

    (www.kathimerini.gr)

  • Αίγυπτος: Στο φως πόλη και κοιμητήριο άνω των 7.000 ετών

    Αίγυπτος: Στο φως πόλη και κοιμητήριο άνω των 7.000 ετών

    ΑρχαιολογίαΗ αρχαιολογική σκαπάνη στην Αίγυπτο, στην νότια επαρχία Sohag, έφερε στο φως μία πόλη άνω των 7.000 ετών και ένα κοιμητήριο το οποίο χρονολογείται από την εποχή της Πρώτης Δυναστείας.

    Η πόλη εντοπίστηκε 400 μέτρα μακριά από τον ναό του Φαραώ Σέτι Α’, μνημείο της περιόδου του Πρώτου Βασιλείου στον Νείλο.

    Σύμφωνα με το υπουργείο Αρχαιοτήτων της χώρας, κάτοικοι της πόλης πιθανώς ήταν υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι, ενώ άλλοι εκτιμάται πως ήταν κατασκευαστές τάφων.

    Η ανακάλυψη αυτή πιθανώς να φέρει νέα στοιχεία για την Άβυδο (Abydos), μία από τις αρχαιότερες πόλεις της αρχαίας Αιγύπτου, σύμφωνα με την ανακοίνωση του υπουργείου.

    Εμπειρογνώμονες τονίζουν πως η Άβυδος ήταν η πρωτεύουσα της Αιγύπτου προς το τέλος της Προδυναστικής περιόδου και κατά την διάρκεια των τεσσάρων πρώτων Δυναστειών.

    Οι έρευνες των αρχαιολόγων έχουν φέρει στο φως έως τώρα καλύβες, απομεινάρια κεραμικών και εργαλεία επεξεργασίας σιδήρου, καθώς και 15 πελώριους τάφους, κάποιοι εκ των οποίων είναι μεγαλύτεροι από τάφους βασιλέων στην Άβυδο, όπως τόνισε το υπουργείο.

    (www.naftemporiki.gr)