Κατηγορία: ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Η συγκεκριμένη κατηγορία περιέχει κείμενα που αφορούν στην ιστορία της Ελληνικής Παροικίας στην Αλεξάνδρεια.

  • Ο δημιουργός που τιμά την ιστορία της ναυτοσύνης

    Ο δημιουργός που τιμά την ιστορία της ναυτοσύνης

    Ο Παναγιώτης Σοφικίτης είναι η σημαντικότερη μορφή  εν ζωή, της μικροναυπηγικής τέχνης στην Ελλάδα. Γεννήθηκε στη Σκόπελο και ζει στην Καλαμάτα. Διετέλεσε καθηγητής φιλόλογος και το έμφυτο καλλιτεχνικό του ταλέντο τον οδήγησε εδώ και σαράντα πέντε χρόνια, να έχει αποτυπώσει την πλειονότητα των  πολεμικών και επιβατικών σκαφών, όλων των εποχών, με παλαιότερη του 2.000 π.Χ

    Τον συναντήσαμε στο εργαστήριό του στην Καλαμάτα λίγη ώρα μετά την ολοκλήρωση ενός σπογγαλιευτικού των αρχών του 20ου αιώνα. Η συζήτησή μας άρχισε με το εξής ερώτημα:

     «Θυμάστε το πρώτο σας ερέθισμα ου σας οδήγησε στην μικροναυπηγική;»

    «Η ανάγκη της δημιουργίας να ζω και όχι μόνο  να επιβιώνω, καθότι η ζωή εμπεριέχει, τέχνη, ομορφιά  και πολιτισμό. Η επιβίωση καλύπτει απλώς βιολογικές ανάγκες της καθημερινότητας, δηλαδή πεζές δραστηριότητες. Βέβαια καθοριστικό ρόλο σ αυτή την περίπτωση έπαιξαν τα βιώματά μου, κυρίως αυτά που είχα  εισπράξει από τον πατέρα μου που ήταν ψαράς καθώς τα ψαροκάικα αποτελούσαν για μένα, όχι μόνο μια καθημερινή εικόνα, αλλά τις εμπειρίες της  παιδικής και εφηβικής ζωή μου.

    Το πρώτο σας έργο ποιο ήταν;

    Δημιούργησα ένα τρεχαντήρι, που ανήκε στον αδελφό μου Μανώλη. Μόλις συνταξιοδοτήθηκε από καπετάνιος στα καράβια, ασχολήθηκε ως ψαράς γιατί η θάλασσα ήταν στο πετσί του. Άλλωστε όλη μας η οικογένεια από μάνα και πατέρα ήμασταν όλοι ναυτικοί.

    Απ΄ το παρθενικό σας τρεχαντήρι μέχρι σήμερα, πόσα έργα αθροίζονται στον συνολικό κατάλογο της καλλιτεχνική σας δημιουργίας;

    Υπολογίζω με έναν πρόχειρο υπολογισμό, πως είναι περίπου ενενήντα. Να σημειωθεί ότι πάνω από τριάντα τα έχω δωρίσει σε εκλεκτούς φίλους και δικούς μου ανθρώπους.

    Μερικά ιστορικά  είδη σκαφών που έχετε κατασκευάσει;

    Στόχος μου κυρίως ήταν να αποτυπώσω σε αδρές γραμμές, τη ναυτική παράδοση από τα αρχαία ελληνικά χρόνια μέχρι και τις μέρες μας.  Τα είδη  με τα οποία μπορεί ένας μικροναυπηγός να ασχοληθεί, εκ των πραγμάτων, είναι τα πολεμικά τα επιβατικά, τα αλιευτικά και βέβαια κάποια φορτηγά.

    Και από εποχές πως πάμε; Ποιες σας επηρέασαν περισσότερο;

    Ενδεικτικά θα σας πω, ότι εμπνέομαι πολύ από την Ιλιάδα,  όπως το έργο μου  τριακόντορος. Επίσης, από τις τριήρεις, τη ναυμαχία της Σαλαμίνας,  την αλεξανδρινή περίοδο, τη βυζαντινή εποχή, τα προεπαναστατικά χρόνια και την Επανάσταση μέχρι και τη σύγχρονο περίοδο. Επί παραδείγματι έμπνευση μου έδωσε και το αλιευτικό  τρεχαντήρι «Πρόδρομος» του 1972 που ανήκε στον πατέρα μου, το μερακλήδικο σκαρί όπως έλεγε ο ίδιος στα γεράματά του.

    Το 2018 πραγματοποιήσατε μια επιτυχημένη έκθεση μικροναπηγικής στο Μέγαρο Χορού. Μάλιστα στα εγκαίνια είχε παραβρεθεί ο τότε Πρόεδρος  της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος.

    Όντως θυμάστε καλά. Όμως την πρώτη μου έκθεση πραγματοποίησα το 2014 στο Πνευματικό Κέντρο Καλαμάτας. Όσο για την Έκθεση στην οποία αναφέρεσθε, έχω να πω το εξής: Παρότι η Έκθεση σημείωσε εξαιρετική επιτυχία και ο Πρόεδρος κ. Παυλόπουλος ενθουσιασμένος, πρότεινε μέχρι και κτήριο για να στεγαστούν τα δημιουργήματά μου, τα οποία προσέφερα ως δωρεά για την δημιουργία Ναυτικού Μουσείου στην  Καλαμάτα,  το αποτέλεσμα ήταν η λήθη, η υπόσχεση να ξεχαστεί τελείως, κι εγώ να  συνεχίσω να δημιουργώ ενώ ο  πολιτισμός της πατρίδας μου να κωφεύει.

    Ναι, αλλά ο Δήμος της Πόλης που ζείτε, απέναντι σε μια τέτοια γενναιόδωρη προσφορά, μια ευεργεσία που θα θυμίζει στις νεότερες γενιές την ιστορία του τόπου, πώς και δεν μερίμνησε για το προαναφερθέν Μουσείο;

    Ο Δήμαρχος  κ. Παναγιώτης Νίκας και νυν Περιφερειάρχης, παρότι ήταν παρών σε όλες μου τις εκθέσεις σε επαρχία και Αθήνα, μάλιστα υπήρξε και ομιλητής αναφερόμενος  με θερμά λόγια στο συνολικό έργο μου και υποσχέθηκε δημόσια ότι θα φιλοξενηθεί η συλλογή μου σε Ναυτικό Μουσείο που θα δημιουργηθεί στην επί τούτου στην Καλαμάτα, ακόμα αναμένω από το 2014 την υλοποίηση της απόφασης.

    Οι πολίτες της Καλαμάτας τι σας λένε περί αυτού;

    Οι πάντες με ρωτούν «τι έχει γίνει με το Μουσείο;» Κι εγώ τους απαντώ ότι ακόμα περιμένω και ουδεμία ανταπόκριση υπάρχει. Τότε κι αυτοί εξανίστανται, καθότι είχαν ακούσει τις υποσχέσεις και το  θεωρούν ανεπίτρεπτο, να δωρίζει ένα δημιουργός τα έργα του που αναφέρονται στην ναυτική ιστορία της Ελλάδος και να μην βρίσκει την πρέπουσα αποδοχή της δωρεάς.

    Αυτό είναι πρωτάκουστο! Γιατί δεν απευθύνεστε και σε άλλες πόλεις;

    Μα εδώ ζω πενήντα τρία χρόνια, εδώ δημιουργώ. Η  Καλαμάτα έχει ως πόλη και πρωτεύουσα της Μεσσηνίας, ιδιαίτερη ναυτική ιστορία, Και βέβαια, πώς να απευθυνθώ  αλλού, όταν ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας προτείνει και ο δήμαρχος της πόλης μου υπόσχεται, ότι θα φιλοξενηθούν τα έργα μου σε Μουσείο.

    Αυτό αν συμβεί θα γαλουχηθούν και οι νέες γενιές στην ιδιαίτερη τέχνη της μικροναυπηγικής…

    Μα και βέβαια έτσι είναι. Μάλιστα πρότεινα να δημιουργηθεί ένα εργαστήρι μικροναυπηγικής με μαθητές, τους οποίους θα διδάσκω αφιλοκερδώς.

    Υπάρχουν   μελλοντικά  σχέδιά σας για επόμενες εκθέσεις;

    Βεβαίως! Τον  Ιούλιο και τον  Αύγουστο του 2023 στην Σκόπελο, όπου η Έκθεση θα πραγματοποιηθεί  υπό την αιγίδα του Δήμου Σκοπέλου, ενώ το καλοκαίρι του 2024 προγραμματίζεται για την Σκιάθο.

    Εργάζομαι κύριε Σοφικίτη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου ως αρχισυντάκτης της εφημερίδας «Αλεξανδρινός Ταχυδρόμος». Θα σας ενδιέφερε μια έκθεσή σας στον ιστορικό Ναυτικό Όμιλο Ελλήνων Αλεξανδρείας, υπό την αιγίδα της εκεί Ελληνικής Κοινότητας;

    Με ιδιαίτερη χαρά. Θα είναι τιμή μου,  μιας και η Αλεξάνδρεια διαθέτει Ελληνισμό, ιστορία και είναι γεμάτη από ναυτοσύνη.

    Συνεπώς μου επιτρέπετε να μεταφέρω την πρόταση αυτή προς τους αρμοδίους φορείς της πόλης;

    Με ιδιαίτερη χαρά θα  αναμένω την απάντησή τους!

  • Οι Εθνικές μας Εορτές 1950 – 1960

    Οι Εθνικές μας Εορτές 1950 – 1960

    Του Κώστα Βρουλιωτάκη

    Από λυκόπουλο και κατόπιν ναυτοπρόσκοπος στις εθνικές μας γιορτές, πηγαίναμε στον Κοινοτικό Ιερό Ναό του Ευαγγελισμού για υπηρεσίες. Οι πρόσκοποι είχαν την αναλάβει την τάξη στο εσωτερικό του ναού, ενώ οι ναυτοπρόσκοποι την εξωτερική υπηρεσία φρούρησης.
    Μετά από επιθεώρηση στολής που γινόταν στον αυλόγυρο της Τοσιτσαίας σχολής, όπου μας έλεγχαν, από το ναυτικό καπελάκι ως τα μαύρα γυαλιστερά υποδήματα, κρατώντας τους κόντους (κοντάρι) μας παρέτασσαν από την μεσαία σιδερένια πόρτα της οδού, ως την μεσαία ξύλινη πύλη της εκκλησίας σε δυο σειρές. Κατ΄ αυτό τον τρόπο δημιουργούνταν ένας διάδρομος έτσι ώστε να περάσουν οι σημαίες με τους παραστάτες από τα σωματεία, τις αδελφότητες, τα σχολεία, καθώς και οι πρόεδροι, ο πρόξενος, ο λιμενάρχης, οι διπλωμάτες, οι εκπρόσωποι των εκκλησιών και ο διοικητής Αλεξάν (Μοχάφεζ) και άλλες προσωπικότητες.


    Στην αρχή της σιδερένιας θύρας ήταν οι τυμπανιστές, με 8 εγγλέζικα τύμπανα και 2 σαλπιγκτές. Αρχηγός των τυμπανιστών ήταν ο κ. Τσακμάκης, με την κάθε σειρά να διαθέτει 4 τύμπανα και μία σάλπιγγα.
    Το γενικό πρόσταγμα είχε ο έφορος ναυτοπροσκόπων με την βαριά φωνή του (Εφορία προσοχή χαιρετήσατε), σε στάση προσοχής και με τον προσκοπικό χαιρετισμό, (που ήταν τα τρία δάχτυλα στον κόντο), χαιρετούσαμε τη σημαία που θα περνούσε ενώ τα τύμπανα σε συγχρονισμό κρούανε δυνατά το ρολό. Συνήθως η πρώτη σημαία ήταν οι ανάπηροι Αιγυπτιώτες πολέμου, ο σημαιοφόρος και δυο υπασπιστές, με γεμάτα τα σακάκια τους από παράσημα. Αυτοί δεχόντουσαν τα περισσότερα χειροκροτήματα στον αυλόγυρο, ενώ ο Έφορος συνόδευε τιμητικά τη σημαία για να πάρει την θέση της εμπρός στον θρόνο της εκκλησίας.

    Όλες αυτές οι σημαίες ετοιμάζονταν στον αυλόγυρο της Τοσιτσαίας. Κατεβαίνανε τα σκαλιά για να εξέλθουν από την αριστερή θύρα και να εισέλθουν από την μεσαία σιδερένια πύλη. Εμπρός στον θρόνο είχε 25 με 30 σημαίες και λάβαρα !
    Επίσης τυμπανιστές και σαλπιγκτές συμμετείχαν στην είσοδο των αξιωματούχων και στις καταθέσεις στεφάνων. Μεγάλη εντύπωση μάς έκανε ο Γενικός μας Πρόξενος, που έφθανε με φράκο και ημίψηλο καπέλο.


    Η εκκλησία γέμιζε από πολύ νωρίς, γυναίκες συμπληρώνανε τα στασίδια του γυναικωνίτη για να έχουν θέα από ψηλά, ενώ η υπόλοιπη εκκλησία ήταν συμπληρωμένη από νωρίς. Στις εισόδους οι κοπέλες με το πανέρι και το κουτί το κοινοτικό, καρφιτσώνανε στα πέτα κονκάρδα την εικόνα της Παναγίας. Μόνο στον προθάλαμο τα παγκάρια ήταν ανοικτά, για να ανάψεις κερί να προσκυνήσεις το εικονοστάσιο και να βγεις στον αυλόγυρο, όπου εκεί είχε πάρα πολύ κόσμο. Προϊστάμενος της εκκλησίας ο αείμνηστος Πατήρ Καραμηνάς.
    Στην γωνία του αυλόγυρου ήταν και η Φ.Ε.Σ.Α., η Ελληνική Φιλαρμονική Αλεξανδρείας, με μαέστρο τον Μπαβέα, να παιανίζει στρατιωτικά εμβατήρια και να κλείνει την τελετή με τους εθνικούς ύμνους της Ελλάδος και της Αιγύπτου. Κι όταν αναχωρούσε ο κόσμος γέμιζαν οι δρόμοι από Ελληνισμό !
    Εθνικές και ιστορικές μνήμες μιας άλλης εποχής…

  • Το Καφενείο Μέμφις

    Το Καφενείο Μέμφις

    Του Κώστα βρουλιωτάκη

    Το καφενείο «Μέμφις» βρισκόταν στην οδό Σίντι Μιτουάλι και Μόσκε Αταρίν γωνία,  έναντι τεμένους Αταρίν. Ήταν  κατάστημα ελληνικής  ιδιοκτησίας και λειτουργούσε έως το1985. Σήμερα βρίσκεται κατεστραμμένο και ερείπιο  για να θυμίζει την ελληνική συνοικία του Αταρίν. Κατάφερα όμως να πάρω 2-3 φωτογραφίες με τα γράμματα που γράφουν ακόμη  και σήμερα το όνομα του.   Το καφενείο ήταν ανοικτό μέρα και νύκτα. Εκεί πραγματοποιούνταν όλες οι συναντήσεις.     

    Συναντούσες  Έλληνες όλων των ειδικοτήτων: επιπλοποιούς,  ελαιοχρωματιστές,  υδραυλικούς,  ηλεκτρολόγους, μηχανικούς,  ρολογάδες,  ακόμη  και τον Γιώργη «Ασανσέρ»,   που επισκεύαζε τους ανελκυστήρες. Από το πρωί πηγαίναν οι μεγαλύτεροι να πιούνε το καφέ τους και να καθίσουν στα έξω τραπεζάκια του δρόμου, να λιασθούνε το απόγευμα και μετά τις 5 μ.μ. γέμιζε ο καφενές θαμώνες. Ορισμένοι παίζανε τάβλι, άλλοι πρέφα και κάνα δυο μπούκμεϊκερ περίμεναν να πάρουν κανένα παράνομο παιχνίδι από τις κούρσες του Σπόρτινγκ.  

    Άλλοι πάλι συζητούσαν περί των εργασιών ή πολιτικά.    Οι σερβιτόροι  Έλληνες να μην προλαβαίνουν οι φωνές τους: ένας «μάλλον»  (εννοούσε μάλλον γλυκύς), άλλος με «ολίγη στο χονδρό» (εννοούσε το ανάλογο φλιτζάνι).

    Μέσα σε όλα αυτά ξεκινούσανε και οι μικροπωλητές που ήταν και αυτοί Έλληνες.  Άνοιγε τη τζαμένια πόρτα,  ο μπάρμπα Μήτσος, με την ποδιά την   άσπρη και την μπρούτζινη αστραφτερή βιτρίνα του, όπου από κάτω υπήρχε ένα συρτάρι με αναμμένα κάρβουνα και διαλαλούσε: «εδώ το σπιτικό ζεστό μπουρέκι»  το οποίο γινόταν ανάρπαστο.

    Άλλος πωλητής ήταν ο Μοδινός.  Έφτιαχνε εικόνες και τις πουλούσε στα ελληνικά  καφενεία, συνήθως μετά τον εσπερινό του Ευαγγελισμού. Έρχονταν για να πουλήσει, ανάλογα την εορτή και έλεγε: «ποιος θα πάρει τον Άγιο Φανούρη».  Όλοι ήξεραν ότι την άλλη μέρα ήταν του Αγίου Φανουρίου.

    Επίσης είχε και λαχειοπώλες κυπριακής καταγωγής, όπου τα πρακτόρευε ένας Κύπριος πάροικός μας και το πρακτορείο του ήταν πολύ κοντά στο καφενείο. Τα λαχεία ήταν ο «Αισχύλος» και  το «Σεκόρσο» καθώς και ένα κοινοτικό  της Ιμπραημίας. Θυμάμαι οι Αιγύπτιοι λαχειοπώλες τον Αισχύλο τον αποκαλούσαν «σκύλος»! 

    Συχνά οι ψαράδες μας βγάζανε σε λαχειοφόρο, ψάρια μεγάλα όπως βλάχο, ροφό, συναγρίδα  και ήταν μεγάλα,  πάνω 10 κιλά  τα οποία τα  κληρώνανε μέχρι το βράδυ.

    Δεν μπορώ  να ξεχάσω και τον Έλληνα λατερνατζή, που με την μελωδική λατέρνα του  άκουγες «το γελεκάκι» ή «άσε τα μαλλάκια σου» και η ψυχή μας γέμιζε αισιοδοξία και συγκίνηση!  

      Μνήμες μιας άλλης εποχής… απ’ το καφενείο «Μέμφις»!                        

  • Η οδός Θεραπείας και ο μποέμ Γώγος

    Η οδός Θεραπείας και ο μποέμ Γώγος

    Του Κώστα Βρουλιωτάκη

    Η μικρή οδός «Θεραπείας», είναι απέναντι της οδού Ζαγκαρόλα. Σε ένα παλαιό κτήριο στην γωνία και με είσοδο από την «Νάμπι Ντάνιελ» είχαν αρκετοί αείμνηστοι Έλληνες ιατροί τα ιατρεία τους. Τελευταίος εξ αυτών ήταν ο οδοντίατρος Πετροπουλιάδης και ο δερματολόγος Κλάδης. Εκεί έδρευαν και παθολόγοι, χειρουργοί και πάσης φύσεως ιατρικές ειδικότητες. Ανασκαλίζοντας το παρελθόν της Αλεξάνδρειας και εισερχόμενος στην οδό «Θεραπείας» βρήκα ευτυχώς την μοναδική πινακίδα με το όνομα αποτυπωμένο πάνω της «Σαμπεκάν Θέραπι».

    Αριστερά του δρόμου αρχίζει ένα συγκρότημα τραπεζών, πολύ κοντά του υπάρχει η πρώην «Εμπορική» μας, ενώ στα δεξιά βρίσκεται ένας σταθμός ηλεκτρικής ενέργειας και στη συνέχεια η πολυκατοικία με το νούμερο 5, που τότε αποτελούσε ιδιοκτησία του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας και είχε την έδρα της η Πατριαρχική Βιβλιοθήκη που μεταφέρθηκε από την Ελληνική Λέσχη το 1963.

    Εκεί διέμενε ο μποέμ ζωγράφος Γώγος, ένας τύπος ιδιαίτερα νευρικός, προληπτικός και συνάμα δύστροπος. Συχνά εμείς οι μαθητές όταν κάναμε τον κατσιρμά μας (σχολαρχείο) παίζαμε το ταβλάκι μας στο καφενείο του Π. Περή, το ονομαζόμενο «Κρυψώνα». Συγκεκριμένα ήταν κοντά στην οικία του Γώγου, μεταξύ του χρωματοπωλείου Ν. Σπύρου και του φωτογραφικού στούντιο «Βύρων» επί της οδού Τουσούν.

    Ένας διάδρομος και στο βάθος το μικρό κατάστημα. Το δε φωτογραφείο διέθετε και παράθυρο όπου πραγματοποιούταν συχνά πυκνά, ο διάλογος μεταξύ Κ. Αποστόλου και Γώγου, εμπρός στο παράθυρο όπου σ΄ ένα τραπεζάκι έπινε τον καφέ του ο Γώγος. Ήταν μια ανυπόκριτη φιγούρα που έφερνε το γέλιο σ όλους μας, με μια κορδέλα στο λαιμό κι έναν μπερέ. Εμείς όταν τον βλέπαμε αρχίζαμε τα περιπαικτικά σχόλια… “ότι είναι σπουδαίος ζωγράφος ο φωτογράφος”… και τότε αυτός ωρυόταν, “πώς ο ίδιος είναι ο μοναδικός στην Αλεξάνδρεια και ουδείς άλλος”. Οι υπόλοιποι που δεν έπαιζαν τάβλι τον ρωτούσαν γιατί σας λένε μποέμ και τότε εκείνος άρχιζε την εξιστόρηση για τις σπουδές του στη Γαλλία το 1930 και πως ήταν μέσα στη μόδα ο γαλλικός μπερές και η κορδέλα που την έκανε φιόγκο γύρω από τον λαιμό του. Εμείς συνεχίζαμε το πείραγμα και ο Γώγος αναγκαζόταν να φύγει.

    Πάθαινε όμως μεγάλη ταραχή όταν τον ξανασυναντούσαμε και του λέγαμε ξανά για τον κ. Απόστολο ο οποίος ζωγράφιζε με νερομπογιές την ασπρόμαυρη φωτογραφία στο στούντιο «Βύρων» μιας και δεν υπήρχε τότε η έγχρωμη. «Αυτός είναι ζωγράφος σπουδαίος, τι ωραία ζωγραφίζει, κύριε Γώγο το τελευταίο του έργο το βάλανε σε βιτρία» δήθεν σχολιάζαμε εμείς κι ο άνθρωπος έβγαινε έξω από τα ρούχα του: «Μα είναι ζωγράφος αυτός που βάφει φωτογραφίες!» μας φώναζε ωρυόμενος. Ακόμα θυμάμαι ότι κατά τις 5-6 το πρωί πηγαίναμε για ψάρεμα κι έπρεπε να πάρουμε δόλωμα από τον «Ζουαγιάρ» για να πάμε στα διάφορα στέκια ψαρέματος. Εάν ο Γώγος είχε αγοράσει το δόλωμα και κάποιος του έλεγε «καλημέρα κύριε Γώγο» σκόρπιζε το δόλωμα στο δρόμο και δεν πήγαινε για ψάρεμα. Ήταν αθεράπευτα προληπτικός και θεωρούσε γρουσούζη όποιον τον χαιρετούσε εκείνη τη στιγμή. Ο σατιρικός ποιητής που εξέδιδε «Το Μινοράκι» τον σατίριζε τακτικά.

    Γι αυτό και οι μνήμες μου από εκείνη την εποχή έχουν ακόμα πολύ «ψωμί» για μια Αλεξάνδρεια γεμάτη εικόνες, πειράγματα και ιστορίες!