Κατηγορία: ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Η συγκεκριμένη κατηγορία περιέχει κείμενα που αφορούν στην ιστορία της Ελληνικής Παροικίας στην Αλεξάνδρεια.

  • Αγγελική Παναγιωτάτου                                       Η μεγαλύτερη γυναικεία φυσιογνωμία του 20ου αιώνα στην Ελληνική Αίγυπτο.

    Αγγελική Παναγιωτάτου Η μεγαλύτερη γυναικεία φυσιογνωμία του 20ου αιώνα στην Ελληνική Αίγυπτο.

    του Εμμανουήλ Θωμαΐδη

    Πρώιμα χρόνια: Η εκπαίδευση των κοριτσιών στη χώρα μας είναι, ίσως, η μεγαλύτερη προσφορά του 20ου αιώνα στην ιστορία του Ελληνικού Πνεύματος. Στα τέλη του 1800 τα πράγματα δεν ήταν

    «ρόδινα» για την εκπαίδευση των νεανίδων, που ζούσαν στην Αθήνα (για την υπόλοιπη Ελλάδα το

    «σκοτάδι ήταν βαθύ»). Η Αγγελική Παναγιωτάτου, πέρασε πρώτη το κατώφλι του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1892 μαζί με τη νεότερη αδελφή της Αλεξάνδρα, μετά από μεγάλο και επίμονο αγώνα εναντίον της γραφειοκρατίας της εποχής της. Γεννήθηκε το 1878 και αφού σπούδασε ιατρική στην Αθήνα και ειδικεύτηκε στην μικροβιολογία, εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο, όπου μελέτησε τροπικές ασθένειες. Για το έργο της τιμήθηκε το 1902 με το παράσημο του Τάγματος του Νείλου.

    Οι αδελφές Παναγιωτάτου είχαν γεννηθεί στην Κεφαλλονιά και είχαν παρακολουθήσει τα σχολικά μαθήματα αρχικά στην Κέρκυρα και κατόπιν στο Αρσάκειο. Αποφοίτησαν από την Ιατρική Σχολή με άριστα, ενώ την ημέρα που η Αγγελική υποστήριξε τη διδακτορική της διατριβή, πολλοί Αθηναίοι είχαν συγκεντρωθεί στη Σχολή για να ζήσουν την ιστορική αυτή στιγμή. Η άτυχη Αλεξάνδρα πέθανε νεότατη, ενώ ειδικευόταν στην Παιδιατρική στη Βιέννη και το μέλλον προοιωνιζόταν λαμπρό. Η Αγγελική Παναγιωτάτου έζησε και εργάστηκε στην Αλεξάνδρεια ως μικροβιολόγος. Έγινε υφηγήτρια (1908) και καθηγήτρια υγιεινής (1947) της Ιατρικής Σχολής στην Αθήνα και το 1950 εκλέχτηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.

    Η πρώτη της παράδοση ως υφηγήτριας έγινε στις 10 Μαρτίου 1910 και στη διάρκειά της προκλήθηκαν επεισόδια από φοιτητές, οι οποίοι διαμαρτυρήθηκαν για την παραβίαση του άγραφου πανεπιστημιακού “άβατου” από μία γυναίκα (Μανιατέας, εκδότης, 100+4 χρόνια Ελλάδα, τ.1, σ.117, νέα έκδοση 2004).

    Η ίδια Αγγελική Παναγιωτάτου είναι φειδωλή στις περιγραφές των φοιτητικών της χρόνων και αφιερώνει περισσότερες σελίδες στην προσπάθειά της να αποκτήσει τη φοιτητική ιδιότητα. Χαρακτηριστικό είναι ένα απόσπασμα, που αναφέρεται σε ένα επεισόδιο στα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα. «Μεταξύ των πρώτων Καθηγητών των ήτο και ο διαπρεπής επιστήμων Ρήγας Νικολαΐδης, ο οποίος κατά τα πρώτα μαθήματά του είχε αντίδρασιν οργανωμένην από τον αποτυχόντα για την έδραν της Ανατομίας υποψήφιον. Εις εν εκ των μαθημάτων η αντίδρασις έφθασε μέχρι αποφάσεως μερικών εγκαθέτων να ματαιώσουν το μάθημα. Εκ των αναιδών αυτών ο εις εξέβαλε πιστόλιον και το επρότεινεν εναντίον του σοφού Καθηγητού για να εμποδίση το μάθημα. Τούτο βλέπει η Αγγελική, η οποία ήτο κοντά στην έδρα, παριδούσα λοιπόν κάθε κίνδυνον ανεβαίνει και προβάλλει την ύπαρξίν της εις τον αλλόφρονα εγκάθετον, ο οποίος επηρεασθείς από την μη αναμενομένην παρουσίαν της δεσποινίδος, έκρυψε το απαίσιον όπλον και το μάθημα εξηκολούθησε χωρίς απευκταίον. Ο Καθηγητής ουδέποτε ελησμόνησε το θάρρος της».

    ( ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ (HISTORY OF MEDICINE ARCHIVES OF HELLENIC MEDICINE) 2008, 25(5):673 Υπαρκτοί και μυθιστορηματικοί φοιτητές της ιατρικής στις σελίδες της αστικής λογοτεχνίας (1850–1910).

    Η Αγγελική Παναγιωτάτου από τη Θηνιά Κεφαλλονιάς ήταν η πρώτη γυναίκα που αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.[ Το επώνυμό της (μάλλον εσφαλμένα) αναφέρεται και σαν “Παναγιωτάκη”].

    Το 1908 η Αγγελική Παναγιωτάτου έχει τελειώσει με Άριστα το πτυχίο της στην Αθήνα και έχει, ήδη, μετεκπαιδευθεί στην Γερμανία. Οι καθηγητές της αποδεικνύονται πιο φιλελεύθεροι από τους φοιτητές και της εμπιστεύονται τη θέση της υφηγήτριας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. «Οι μουστακαλήδες φοιτητές, τιμώντας πάντα τα παντελόνια τους(!;) ωρύονταν από τα θρανία και φώναζαν προς την καθηγήτρια τους: «στην κουζίνα! Στην κουζίνα!». Τελικά, η Παναγιωτάτου επαύθη, οι μουστακαλήδες έστριβαν με ικανοποίηση το τσιγκελωτό μουστάκι τους, αλλά, μάλλον, θα χλόμιασαν, όταν έμαθαν ότι η Παναγιωτάτου διορίστηκε καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο του Καΐρου.

    Θα ένιωσαν κάπως αμήχανα, γιατί όπως όλοι οι θρασύδειλοι ντρέπονται, όταν φανερώνονται οι ντροπές τους και όχι, όταν τις κάνουν».

    πηγή http://eptanisos.blogspot.gr

    Η συμβολή της στη δραστηριότητα του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού: Η Αγγελική Παναγιωτάτου μπορεί να χαρακτηριστεί ως η μεγαλύτερη γυναικεία φυσιογνωμία του εικοστού αιώνα στην Ελληνική Αίγυπτο (Κωνσταντινίδου, Διανοούμενες, 1966). Με την ειδικότητα της παθολόγου και μικροβιολόγου αφίχθηκε το 1900 στην Αίγυπτο, όπου διορίστηκε μετά από επιτυχή διαγωνισμό σε δημόσια υπηρεσία της Αλεξάνδρειας. Εκεί , μετά από έναν ατυχή και σύντομο σε διάρκεια γάμο, είχε την ευκαιρία να εκδηλώσει όλη τη δημιουργικότητά της σε επιστημονικό, λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό επίπεδο, ενώ παράλληλα δεν έπαυσε να ασκεί τις επαγγελματικές και φιλανθρωπικές ενασχολήσεις της (Παναγιωτάτου,1951.).

    Η Α. Παναγιωτάτου εργαζόταν ως μικροβιολόγος στο Ελληνικό Νοσοκομείο και στην Δημαρχεία Αλεξανδρείας και ως παθολόγος στο Υγειονομείο των Τελωνείων της ίδιας πόλης. Παράλληλα διατηρούσε ιδιωτική κλινική, έκανε επισκέψεις στα σπίτια ασθενών και συνέχιζε τις επιστημονικές έρευνές της πάνω στη μικροβιολογία.

    Παράλληλα με όλες αυτές τις ασχολίες της μετέχει από το 1918 ενεργά στην κοινωνική και φιλανθρωπική δραστηριότητα της Αλεξάνδρειας, ιδρύοντας τον «Εθνικό Σύνδεσμο Ελληνίδων Αιγύπτου» με σκοπό την εξασφάλιση σχολείου για τις εργαζόμενες μαθήτριες και θερινών κατασκηνώσεων για τις άπορες κορασίδες (Κωνσταντινίδου, Σαλόνια, 1966,Του ιδίου, Διανοούμενες,1966)

    Στην Αίγυπτο δεν υπήρχε η φιλολογική κίνηση των «φιλολογικών σαλονιών», που η λειτουργία τους στην Ελλάδα ήταν διαδεδομένη, καθώς υπήρχε ήδη από την αρχαιότητα (Κωνσταντινίδου, Σαλόνια, 1966). Διανοούμενες Ελληνίδες, είτε έγραφαν οι ίδιες είτε όχι, διοργάνωναν στα σπίτια τους φιλολογικές συγκεντρώσεις.

    Στην Αίγυπτο μέχρι το πρώτο μισό του 19ου αι. κάτι τέτοιο δεν υπήρχε. Από το 1850 όμως και χάρις στον οικονομικό και πολιτιστικό πλούτο , που απέκτησε ο απόδημος ελληνισμός , άρχισαν με τη μορφή οικογενειακών συγκεντρώσεων στα αρχοντικά των ευπόρων ομογενών. Στις συγκεντρώσεις αυτές το μουσικό πρόγραμμα διανθιζόταν από ποιήματα, κυρίως πατριωτικού περιεχομένου. Καθαρά φιλολογικές συγκεντρώσεις (με ανάγνωση διηγημάτων, ανέκδοτων θεατρικών έργων, απαγγελίες ποιημάτων κ.τ.π.), τα πρώτα δηλαδή οργανωμένα φιλολογικά σαλόνια, παρουσιάστηκαν στην Αίγυπτο μετά το 1914( Γιαλουράκη, Αίγυπτος,σ.686). Στην Αλεξάνδρεια την πρωτοβουλία για τη δημιουργία οργανωμένου φιλολογικού σαλονιού, η οποία απαιτούσε την παρουσία μιας τολμηρής και οικονομικά ανεξάρτητης γυναίκας , θα πάρουν δύο Κεφαλονίτισσες δυο σημαντικές γυναικείες φυσιογνωμίες της Αλεξάνδρειας, η Αγγελική Παναγιωτάτου και η Καίτη Καγγελάρη. Το φιλολογικό σαλόνι της Παναγιωτάτου ήταν το πρώτο της Αλεξάνδρειας, το ίδρυσε στην έπαυλή της στις 20 Ιουνίου 1934 με την επωνυμία «Φιλολογική Συντροφιά Ελληνίδων Κυριών Αλεξανδρείας». Το φιλολογικό σαλόνι της είχε τη μορφή συλλόγου με σκοπό να κινήσει το ενδιαφέρον και άλλων κυριών και δεσποινίδων της αλεξανδρινής κοινωνίας, που θα εγγράφονταν ως μέλη ή θα αποτελούσαν την διοικητική του επιτροπή (Κωσταντινίδου, Σαλόνια., Γιαλουράκη, οπ. π.,Σεβαστόπουλου,οπ.π.). Η Φ.Σ.Ε.Κ.Α, παρουσίαζε μια φορά το μήνα μουσικά και φιλολογικά προγράμματα επί μια συνεχή εικοσαετία μέχρι το θάνατο της ιδρύτριάς της το 1954. Κατά την εικοσαετία αυτή παρουσιάστηκαν πάνω από 250 προγραμματισμένες ομιλίες, οργανώθηκαν συναυλίες, εκτελέστηκαν μικρά θεατρικά έργα και πλαστικοί χοροί,[πλαστικός/εικαστικός χορός (danse plastic), εμπνεύστρια η Ισιδώρα Ντάνκαν, τον έφερε στις πρώτες δελφικές εορτές στην Ελλάδα η Εύα Πάλμερ-Σικελιανού] και τραγουδήθηκαν ποικίλα κλασσικά και λαϊκά τραγούδια. Αν και με την ίδρυση στην Ελλάδα το 1871 του Ωδείου Αθηνών και τις πρώτες συναυλίες δωματίου, πολλοί γονείς δεν επέτρεψαν στις κόρες τους να συνεχίσουν τις μουσικές τους σπουδές, που θα τις εξέθεταν κοινωνικά, ωστόσο ο Νόμος 5736/1933 που ψηφίστηκε στην Ελλάδα σχετικά με τις προϋποθέσεις «Άδειας Εξασκήσεως Επαγγέλματος», για όσους «ανέβαιναν στο θεατρικό σανίδι», επέφερε μεγάλη αλλαγή και κατέστησε τη μουσική και τον χορό μέλημα της μεσοαστικής τάξης και όχι ευκαιριακή ενασχόληση περιθωριακών στοιχείων (Μανώλης Σειραγάκης, 2007). Η δεύτερη μεσοπολεμική δεκαετία έτσι χαρακτηρίζεται από την «απενοχοποίηση» της νεωτερικότητας στην τέχνη και στον ελλαδικό χώρο, όπως αυτό ήδη είχε γίνει στη λοιπή Ευρώπη. Στη στροφή αυτή στη διάρκεια του μεσοπολέμου προς τις νεωτερικές μορφές τέχνης τα φιλολογικά σαλόνια στην Αίγυπτο, όπως και στην Ελλάδα, έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο. Επίσης κατά τη διάρκεια των παγκοσμίων πολέμων, το φιλολογικό σαλόνι της Παναγιωτάτου, υπήρξε πραγματική εθνική εστία για τους προερχόμενους από την Ελλάδα αξιωματικούς και πολιτικούς. Είχε καθιερώσει και διαγωνισμούς με χρηματικά έπαθλα για τη συγγραφή διηγημάτων και για τις αριστεύουσες μαθήτριες των Κοινοτικών Σχολείων της Αλεξάνδρειας. Τις συγκεντρώσεις της τιμούσαν με την παρουσία τους προσωπικότητες, όπως: οι Πατριάρχες Αλεξανδρείας, Μελέτιος, Νικόλαος και Χριστόφορος, οι Πρόξενοι και Υποπρόξενοι της Ελλάδος, κοινοτικοί παράγοντες ανώτατοι Έλληνες αξιωματικοί, Έλληνες επιστήμονες, δημοσιογράφοι λόγιοι και καλλιτέχνες από την Ελλάδα και την Αίγυπτο (Κωνσταντινίδου, Σαλόνια,1966). Η Α. Παναγιωτάτου είχε από το 1926 πλούσιο συγγραφικό έργο. Η ίδια έγραφε και εξέδιδε συγγράμματα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, ποιήματα και ετοίμαζε επιστημονικές ανακοινώσεις για διεθνή ιατρικά συνέδρια στην Αίγυπτο και αλλού, είτε για τον εαυτό της είτε ως εκπρόσωπος του Πανεπιστημίου Αθηνών ή της Ελληνικής Κυβέρνησης. Το 1950 εξελέγη αντεπιστέλλων μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (Παναγιωτάτου, οπ. π, και Σεβαστοπούλου,1958). Η Αγγελική Παναγιωτάτου πέθανε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1954.

    Έργα της Α.Παναγιωτάτου:

    • Η Παναγιωτάτου με το ψευδώνυμο Άνγκελ Ναγιώ κυκλοφόρησε στην Αίγυπτο το βιβλίο:

    “Στα θάμβη των φαραώ” (Ταχυδρόμος της Αιγύπτου φ.29/6/1958,σ.5).

    • Η υγιεινή παρά τοις Αρχαίοις Έλλησι (1924), (για το οποίο βραβεύτηκε από τη Γαλλική Ακαδημία Επιστημών),
    • Μαθήματα υγιεινής,
    • Υγιεινή και επιδημιολογία,
    • Μαθήματα μικροβιολογίας κ.α.

    Ο Σύλλογος Ελλήνων Επιστημόνων “Πτολεμαίος Α ” : «Η Α. Παναγιωτάτου υπήρξε πρωτεργάτιδα σε κοινωνικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό πεδίο στην Αιγυπτιακή κοινωνία της εποχής της. Καθώς υπήρξε η ίδια Αρσακειάδα, πάλεψε για την γυναικεία παρουσία στον πανεπιστημιακό χώρο, που τότε ήταν ανδροκρατούμενος.(…) Στην Αλεξάνδρεια ή ίδια οργάνωσε και διηύθυνε Κυριακάτικη Σχολή και παρέδιδε μαθήματα Υγιεινής. Ήταν ενεργό μέλος του Ελληνικού Επιστημονικού Συλλόγου «Πτολεμαίος Α », (σ.σ. ιδρύθηκε το 1909, στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου). Πρόκειται για ένα ιστορικό σωματείο με αξιόλογη δράση στο παρελθόν που προσπαθεί μέχρι τις μέρες μας να διατηρήσει ζωντανή την ελληνική επιστημονική παρουσία στη Χώρα του Νείλου Αρχικός σκοπός της ίδρυσης του “Πτολεμαίου” ήταν ο επιστημονικός και διέθετε τρία τμήματα: ένα ιατρικό, ένα δικηγορικό κι ένα πρακτικών επιστημών. Το πιο δραστήριο από τα τμήματα αυτά ήταν το ιατρικό], και του ιατρικού επιστημονικού τμήματός του. Το τμήμα αυτό είχε πάρει τη μορφή μιας ιατρικής εταιρείας, όπου δίνονταν επιστημονικές διαλέξεις, παρουσιάζονταν ιατρικές εργασίες και ελάμβαναν χώρα ενδιαφέρουσες συζητήσεις, όπως λόγου χάρη για τον αγώνα κατά των ναρκωτικών (οπίου και κοκαΐνης), καθώς επίσης και για την θεραπεία της φυματίωσης. (…)Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών (1912-1913) ο Σύλλογος διοργάνωσε κινητό νοσοκομείο, που εστάλη στο ελληνο-βουλγαρικό μέτωπο, όπου οι νοσοκόμες παρείχαν τις υπηρεσίες τους στους τραυματίες. Στους δύο παγκοσμίους πολέμους ο Σύλλογος προσέφερε κινητό χειρουργείο στον «Κυανούν Σταυρό» για τις ανάγκες των στρατιωτών που τραυματίστηκαν μετά τις

    αεροπορικές επιδρομές στην Αλεξάνδρεια. Η αγάπη της Αγγελικής Παναγιωτάτου για την επιστήμη αποτυπώθηκε και στον επίλογο της ζωής της, στη διαθήκη της, με την οποία άφησε το σπίτι της, ένα διώροφο ιδιόκτητο κτίριο, απέναντι από το Εβραϊκό Νεκροταφείο της Αλεξάνδρειας, στον “Πτολεμαίο” για να συνεχίσει να μεταλαμπαδεύει γνώση και επιστήμη στις επόμενες γενιές». (Τομαρά-Σιδέρη, στο Women, Gender, and Diasporic Lives).

  • Η μουσική των Ελλήνων της Αλεξάνδρειας

    Η μουσική των Ελλήνων της Αλεξάνδρειας

    https://hfc-worldwide.org/athens/opus-alexandrinum/?fbclid=IwAR20QpLhnSlxm2Vnyx3RYV2gVBsNWVjEtTJ7jw4rOvga3bxtgA_RDBUhPw8

    Ίδρυμα Πολιτισμού Αλεξάνδρειας

    Πρόλογος

    Το ενδιαφέρον για τη μουσική ζωή και δημιουργία του Ελληνισμού της Αλεξάνδρειας είναι συνυφασμένο με το ευρύτερο ενδιαφέρον για τη συγκλονιστική ιστορία της υπέρλαμπρης πόλης, για τον κοσμοπολιτισμό της, καθώς και για την καθοριστική συμβολή του ελληνικού στοιχείου στην ακμή της, τόσο στην αρχαιότητα όσο και στους νεότερους χρόνους.

    Έναυσμα για την έρευνα και την ηχογράφηση μουσικών έργων που σχετίζονται με την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στάθηκε η πρόσκληση του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού (ΕΙΠ) Αλεξανδρείας για μια σειρά συναυλιών στην Αλεξάνδρεια και το Κάιρο. Έτσι ξεκίνησε η επισταμένη αναζήτηση λόγιας αλεξανδρινής μουσικής που θα μπορούσε να ερμηνευτεί στο φλάουτο και το πιάνο. Η επιλογή του φλάουτου δεν στερείται εξάλλου συμβολισμού, καθότι ο αυλός υπήρξε το όργανο στο οποίο έδειχναν ιδιαίτερη προτίμηση οι διανοούμενοι της ελληνιστικής και ρωμαϊκής Αλεξάνδρειας.

    Η πανδημία του κορωνοϊού ανέτρεψε τα σχέδια των προγραμματισμένων για το 2020 συναυλιών στην Αίγυπτο. Αναμένοντας ευμενέστερες συνθήκες που θα επέτρεπαν και πάλι την ασφαλή πραγματοποίηση διαπολιτισμικών ανταλλαγών και δρώμενων, σκεφτήκαμε να καταγράψουμε ηχητικά ένα μικρό μέρος του πλούσιου υλικού που απέφεραν οι έρευνες. Ύστερα από ανάθεση του ΕΙΠ Αλεξανδρείας και με την υποστήριξη του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών που μας παραχώρησε το Στούντιο Ήχου, τον Ιανουάριο του 2021 ηχογραφήσαμε μαζί με τον πιανίστα Απόστολο Παληό συνθέσεις Ελλήνων που κατάγονται από ή/και δραστηριοποιήθηκαν στην Αλεξάνδρεια (Μαρία Σιδεράτου, Γιάννης Χρήστου, Μιχάλης Ροζάκης, Γιάννης Αυγερινός), καθώς και έργα Ελλήνων μουσουργών που συνέθεσαν πάνω σε ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη (Δημήτρης Μητρόπουλος, Αργύρης Κουνάδης, Θόδωρος Αντωνίου, Κωστής Κριτσωτάκης). Η μεσόφωνος Ειρήνη Καράγιαννη συνέβαλε στο πόνημα ερμηνεύοντας –χαρακτηριστικά της εποχής– αλεξανδρινά τραγούδια (Σπυρίδων Παπασταθόπουλος, Πέτρος Ιωαννίδης, Παναγιώτης Τσαμπουνάρας).

    Τόλμησα στο φλάουτο –με την επίνευση των οικογενειών των συνθετών και των εμπλεκόμενων φορέων– την ελεύθερη απόδοση τραγουδιών των Μητρόπουλου, Χρήστου και Κουνάδη. Ενθάρρυνση για αυτό αποτέλεσε η πεποίθηση πως η δύναμη της μουσικής τους είναι τέτοια ώστε η μουσική να μπορεί να σταθεί αυτοτελής (χωρίς τον ποιητικό λόγο) και να αποδίδει εντούτοις στο έπακρο τις δονήσεις των στίχων. Κι αυτό γιατί τα τραγούδια τούτα εμπεριέχουν εκείνη τη δυναμική με την οποία τα αριστουργήματα οργανικής μουσικής –όπως π.χ. το «Πρελούδιο στο Απομεσήμερο ενός Φαύνου» του Claude Debussy (το βασισμένο στην ποίηση του Stéphane Mallarmé)– επιτυγχάνουν και παρατείνουν τα συναισθήματα που προξενεί η ποίηση.

    Για την προθυμία να μοιραστούν μαζί μου υλικό και γνώση ευχαριστώ θερμά:

    • Το Τμήμα Μουσικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών και την πρόεδρό του καθ. Αναστασία Γεωργάκη για την παραχώρηση του Στούντιο Ήχου του ΤΜΣ.
    • Τη Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη» του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής», και ιδιαίτερα τη διευθύντριά της Στεφανία Μεράκου, για τις παρτιτούρες αλεξανδρινών τραγουδιών, τις πληροφορίες για τους συνθέτες και την αλληλογραφία Μητρόπουλου-Καβάφη.
    • Το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο του Μορφωτικού Ιδρύματος της Εθνικής Τράπεζας (ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ), και ιδιαίτερα την υπεύθυνη του Αρχείου Φωτογραφίας/Τμήματος Ελληνισμού Αιγύπτου Ματθίλδη Πυρλή, για την παραχώρηση ιστορικού φωτογραφικού υλικού από την πόλη της Αλεξάνδρειας.
    • Την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, και ιδιαίτερα τη διευθύντρια των Αρχείων της ΑΣΚΣΑ Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan, για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του Δημήτρη Μητρόπουλου.
    • Τη μουσικό και συγγραφέα Μάρω Φιλίππου για την εξιστόρηση βιωμάτων της σχετικά με τη μουσική ζωή στην Αίγυπτο.
    • Τον Νίκο Νικηταρίδη, ερευνητή και συγγραφέα της ιστορίας των Αιγυπτιωτών Ελλήνων, για τις πληροφορίες σχετικά με τη ζωή των Ελλήνων στην Αίγυπτο.
    • Τον Παναγιώτη Κουνάδη, συλλέκτη, ερευνητή του ελληνικού τραγουδιού και ιδρυτή του «Αρχείου Κουνάδη», και τον Λεονάρδο Κουνάδη, πρόεδρο του αρχείου και επιμελητή του «Εικονικού Μουσείου του Αρχείου Κουνάδη» για τα ηχογραφήματα αλεξανδρινών τραγουδιών, καθώς και για τις πληροφορίες για τον Αργύρη Κουνάδη.
    • Τον Θωμά Ταμβάκο, μουσικογράφο, κριτικό, ερευνητή, συγγραφέα και ιδρυτή του «Αρχείου Ελλήνων Μουσουργών Θωμά Ταμβάκου», για τις παρτιτούρες αλεξανδρινών έργων και τις πληροφορίες για τους συνθέτες.
    • Τον Γιώργο Κωνστάντζο, μουσικολόγο, ερευνητή και ιδρυτή του «Αρχείου Ελληνικής Μουσικής Γεώργιος Κωνστάντζος», για την παραχώρηση υλικού.
    • Την Αιγυπτιώτισσα πιανίστα Φιφίκα Μπρουσιανού για την παραχώρηση υλικού από το προσωπικό της αρχείο και τις αφηγήσεις βιωμάτων της στην Αλεξάνδρεια.
    • Τον συνθέτη Γιάννη Αυγερινό για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του, τις αφηγήσεις βιωμάτων του στην Αλεξάνδρεια, καθώς και την πολύτιμη βοήθεια στην εύρεση υλικού.
    • Την οικογένεια Χρήστου για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του Γιάννη Χρήστου.
    • Την οικογένεια Κουνάδη, και ιδιαίτερα την Anke Kounadis, για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του Αργύρη Κουνάδη και τις πληροφορίες για τον συνθέτη.
    • Την οικογένεια Ροζάκη, και ιδιαίτερα την Ελένη Αναστασίου, για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του Μιχάλη Ροζάκη και τις πληροφορίες για τον συνθέτη.
    • Τον συνθέτη Κωστή Κριτσωτάκη για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του.
    • Τον συνθέτη Γουίλιαμ Αντωνίου για τη συναίνεση στην ηχογράφηση έργου του Θόδωρου Αντωνίου.
    • Τον συνθέτη Σάββα Τσιλιγκιρίδη, συνεργάτη του Θόδωρου Αντωνίου, για τις παρτιτούρες και τις πληροφορίες για τον συνθέτη Αντωνίου.

    Τα κείμενα συντάχθηκαν με σκοπό να συνοδεύσουν την ηχογράφηση. Η έρευνα αποκαλύπτει συνεχώς νέες ενδιαφέρουσες πηγές και υλικό. Η παρούσα καταγραφή δεν είναι παρά μια ενδεικτική των δυνατοτήτων απόπειρα.


    Της Ναταλίας Γεράκη

  • Το Έντυπο Παρελθόν της Αλεξάνδρειας

    Το Έντυπο Παρελθόν της Αλεξάνδρειας

    Ένας πολύς ενδιαφέρον κατάλογος εντύπων που αφορά την Αλεξάνδρεια περιλαμβάνει περιοδικά, εφημερίδες, ημερήσια, εβδομαδιαία, δεκαπενθήμερα, μηνιαία έντυπα, με θέματα εκπαιδευτικά, καλλιτεχνικά, προσκοπικά νέα, σατυρικά θέματα, αθλητικά νέα, ελληνικές εφημερίδες και περιοδικά από τα τέλη του 19ου αιώνα, τις αρχές του 20ου και μέχρι περίπου το 2000.

    Αξίζει να ρίξει κανείς μια ματιά, κάνοντας μια βουτιά στο παρελθόν που συνεχίζει να είναι ζωντανό μέσα από αυτή την ψηφιοποιημένη συλλογή του ΕΛΙΑ.

    ***

    Το Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο (ΕΛΙΑ) ιδρύθηκε το 1980. Από το 2009 αποτελεί τμήμα του Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ). Στεγάζεται στην οδό Αγίου Ανδρέου 5 και 4 στην Πλάκα. Το ΕΛΙΑ από το 1997 λειτουργεί και στη Θεσσαλονίκη. Από τον Φεβρουάριο του 2011 συστεγάζεται με το Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ στη Βίλα Καπαντζή, στην οδό Βασιλίσσης Όλγας 108. (Της Κατερίνας Αθανασίου)

  • Κώστας Τσαγκαράδας: Η ζωή του “άγνωστου” πηλιορείτη λόγιου σε Αλεξάνδρεια και Αίγυπτο

    Κώστας Τσαγκαράδας: Η ζωή του “άγνωστου” πηλιορείτη λόγιου σε Αλεξάνδρεια και Αίγυπτο

    Ο Κώστας Τσαγκαράδας υπήρξε μια πνευματική μορφή των γραμμάτων του νεότερου ελληνισμού της Αιγύπτου. Με εξαίρεση κάποιους μείζονες λογοτέχνες όπως ο Καβάφης, οι υπόλοιποι δεν έγιναν ευρέως γνωστοί στα ελλαδικά γράμματα.
    Αυτό εν μέρει δικαιολογείται από το γεγονός ότι για ένα διάστημα το πνευματικό κέντρο των ελληνικών γραμμάτων υπήρξε η ίδια η Αλεξάνδρεια, αλλά και από το γεγονός ότι η μητροπολιτική Ελλάδα, όταν λίγο μεταγενέστερα λαμβάνει τα σκήπτρα της πνευματικής ζωής, προσπαθώντας να ανασυντάξει τις δικές της πνευματικές δυνάμεις, θεωρεί τη διασπορά και τη δημιουργία που απορρέει από αυτήν περιφερειακή και παραπληρωματική.

    Ο ίδιος αποτελεί μια άγνωστη για τους πολλούς περίπτωση λογίου, αλλά και μια όχι εξ ολοκλήρου γνωστή περίπτωση γι’ αυτούς που τον γνωρίζουν. Η ζωή και η δράση του στην Αίγυπτο για μεγάλο χρονικό διάστημα περιόρισε την ευρύτερη παρουσία του στην Ελλάδα και στα ελληνικά γράμματα, ενώ αδημοσίευτα έργα του και ένα μεγάλο και ενδιαφέρον άγνωστο αρχειακό υλικό δεν ολοκλήρωσαν την εικόνα του ως λογίου. Το έργο και η κοινωνική δράση του Κώστα Τσαγκαράδα απασχόλησαν τον
    ημερήσιο και περιοδικό Τύπο της Αιγύπτου και το έργο του αποτέλεσε αντικείμενο διδακτορικής διατριβής της κ. Ελένης Κονταξή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και είναι η ίδια που φέρνει στο φως το άγνωστο έργο του. Οι αυτοτελείς εκδόσεις των έργων του, σύμφωνα με την ίδια, έτυχαν πολυάριθμων κριτικών δημοσιευμάτων στον περιοδικό και ημερήσιο Τύπο της Αλεξάνδρειας κυρίως, αλλά και άλλων πόλεων της Αιγύπτου. Αναφορικά με τις αυτοτελείς του εκδόσεις δεν έλειψαν και κάποιες κριτικές σε αθηναϊκές εφημερίδες από κριτικούς που είχαν λάβει τα εν λόγω έργα του, κάποιες σε εφημερίδες του
    Βόλου, τον οποίο ο Τσαγκαράδας επισκεπτόταν και στον οποίο, όπως και στη γενέτειρά του Ζαγορά του Πηλίου.

    Από το 1860 παρατηρείται η δραστηριοποίηση Ελλήνων στις αγορές της Εγγύς Ανατολής και ειδικότερα της Αιγύπτου ως τραπεζιτών και εταίρων σε αγγλικούς οίκους. Η σύνδεση, γενικότερα, του ελληνικού παροικιακού κεφαλαίου (εφοπλιστικού και χρηματιστικού) με το αγγλικό ήταν οργανική, καθότι η Αγγλία διέθετε βαριά βιομηχανία, την κυριαρχία στους εμπορικούς θαλάσσιους δρόμους και τον έλεγχο της αποικιοκρατικής αγοράς14. Η σύζευξη αυτή προσέδωσε στο ελληνικό παροικιακό κεφάλαιο διεθνή χαρακτήρα και συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάπτυξή του.

    Πίσω βέβαια από την ανθηρή οικονομική δραστηριότητα της άρχουσας τάξης του παροικιακού ελληνισμού στην Αίγυπτο ζει και εργάζεται ένα μεγάλο μέρος παροίκων σε θέσεις υπαλλήλων και εργατών, οι οποίοι ευνοούνται από τις οικονομικές συγκυρίες, αλλά και σε εποχές μεγάλων οικονομικών κρίσεων και κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, οπότε αρχίζει και η συρρίκνωση του.

    Οι Πηλιορείτες λόγω των δυσχερών συνθηκών που επικρατούσαν στο Πήλιο κατά το 19ο και 20ό αι. αναζήτησαν νέες οικονομικές ευκαιρίες στη γειτονική Αίγυπτο, στην οποία μια σειρά ευνοϊκών ιστορικών και οικονομικών συγκυριών συνέβαλε στην ανάπτυξη και ευημερία τους. Δραστηριοποιήθηκαν σε όλη την αιγυπτιακή ενδοχώρα και σε όλους τους τομείς της οικονομίας: τη γεωργία, το εμπόριο, τη βιομηχανία, το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

    Ιδιαίτερα διέπρεψαν στην ανάπτυξη της βαμβακοκαλλιέργειας, αποτελώντας τους σημαντικότερους συντελεστές της προαγωγής, καλλιέργειας και εμπορίου του βαμβακιού στην Αίγυπτο. Οι πρωτοποριακές και πετυχημένες ποικιλίες βαμβακιού των αδελφών Δημήτριου και Αλέξανδρου Κασσαβέτη, των αδελφών Ιωάννη, Γεωργίου και Κωνσταντίνου Καρτάλη, του Περικλή Κανάβα, του Ζαφείρη Παραχειμώνα, του Ηρακλή Βόλτου, του Νικόλαου Παραχειμώνα32, του Ιωάννη Σακελλαρίδη συνέβαλαν αποφασιστικά και αποκλειστικά στη χρυσή εποχή του αιγυπτιακού βαμβακιού και στην οικονομική ακμή της Αιγύπτου, η οποία όφειλε την ανάπτυξή της στην εξαγωγή του βαμβακιού. Ανάμεσά τους κάποιοι διαθέτουν και εκκοκκιστήρια βαμβακιού. Το γεγονός ότι η Αίγυπτος ωφελήθηκε πάνω από 300.000.000 λίρες μέσα σε τριάντα χρόνια μόνο από την ποικιλία βαμβακιού του
    Σακελλαρίδη με το όνομα «Σακέλ», ότι εξαιτίας αυτής της ποικιλίας θεωρήθηκε ως η χώρα που παράγει το καλύτερο βαμβάκι του κόσμου, ότι οι Άγγλοι νηματουργοίαναγκάστηκαν να κάνουν σπουδαίες μετατροπές στις εγκαταστάσεις τους, για να χρησιμοποιήσουν την εν λόγω ποικιλία, αποτελούν τεκμήρια της συμβολής αυτής των Πηλιορειτών στην οικονομική ανάπτυξη της Αιγύπτου.

    Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΤΣΑΓΚΑΡΑΔΑ

    Το 1889 γεννήθηκε ο Κωνσταντίνος Τσαγκαράδας του Θεοδώρου και της Καλλιόπης στη Ζαγορά του Πηλίου. Σε ηλικία τριών ετών βρίσκεται πιθανόν στην Αλεξάνδρεια μαζί με την οικογένειά του, όπου γεννιέται και η μικρή του αδελφή Ελένη. Ο πατέρας του αυτό το διάστημα πιθανότατα εργάζεται στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
    Ο Κώστας Τσαγκαράδας επιστρέφει στη Ζαγορά όπου και διδάσκεται τα πρώτα εγκύκλια γράμματα, ζώντας πιθανότατα με τη γιαγιά του μακριά από τους γονείς του για λίγα χρόνια. Από το 1897 τουλάχιστον, ο Κώστας Τσαγκαράδας βρίσκεται και πάλι με τους γονείς του, τη μικρή του αδελφή Ελένη και την αγαπημένη του γιαγιά Αφεντή Α. Τσιτσέ στη Μίνια της Αιγύπτου, όπου εργάζεται πλέον ο πατέρας του, ο οποίος διατηρεί με τον αδελφό του ζαχαροπλαστείο. Εκεί στη Μίνια φοιτά στο ελληνικό σχολείο Παράλληλα, τουλάχιστον από το 1902 έως τον Απρίλιο του 1905 παρακολουθεί μαθήματα γαλλικών στο «Collège des Frères» της Μίνια.

    Η οικογένεια μετά το θάνατο του πατέρα πιθανότατα παραμένει στη Μίνια της Αιγύπτου, όπου εξάλλου βρίσκεται και o αδελφός του πατέρα του Δημήτρης με την οικογένειά του. Το 1905, όμως, αποφασίζει να επιστρέψει στη γενέτειρα του  τη Ζαγορά. Ο ίδιος συνοδεύει την οικογένειά του στη Ζαγορά, μένει εκεί τέσσερις μήνες και στο τέλος του ίδιου χρόνου επιστρέφει στην Αίγυπτο, για να εργαστεί αναλαμβάνοντας τη συντήρηση της οικογένειάς του.

    Η αιφνίδια απώλεια του πατέρα του σε ηλικία 13 ετών και η απομάκρυνσή του από τη θαλπωρή της οικογένειάς του σε ηλικία 16 ετών (κατά το 1905) τού είναι οδυνηρή.

    Ο Γεώργιος Κανισκέρης, με μεγάλο εμπορικό οίκο,  καταγόμενος από τη γειτονική προς τη Ζαγορά Μακρυρράχη του Πηλίου υπήρξε συγγενής του Κώστα Τσαγκαράδα και οι συγγενείς είθισται να παίρνουν στις δουλειές τους συγγενείς. Διατηρεί στενούς δεσμούς με τα ξαδέλφια του, παιδιά του Κανισκέρη, και ιδιαίτερα με την κόρη του Κατίνα με την οποία διατηρεί και αργότερα –όταν εκείνος φεύγει από την Αλεξάνδρεια- αλληλογραφία, η οποία διακόπτεται όταν εκείνη πεθαίνει σε νεαρή ηλικία.

    Κατά το 1907 διαμένει σε δωμάτιο ξενοδοχείου στον πολυσύχναστο και κεντρικότατο δρόμο, στην Teufic Pasha. Το μεσημέρι γευματίζει στο ξενοδοχείο «Αβέρωφ» στην οδό Ταχυδρομείου 14 και τα κυρίαρχα συναισθήματά του εκτός από τη νοσταλγία για τους οικείους του και το γενέθλιο τόπο είναι η μοναξιά1. Τα πρώτα εξάλλου διηγήματα που δημοσιεύει –κυρίως στο περιοδικό Σεράπιον- αντανακλούν αυτό το κλίμα της μοναξιάς, της νοσταλγίας, της απαισιοδοξίας που βιώνει.
    Θέτει, ωστόσο, υψηλούς στόχους για το μέλλον, οραματιζόμενος να γίνει κι αυτός, όπως και τόσοι άλλοι ομογενείς και συντοπίτες του, ευεργέτης της πατρίδας του.

    Από το 1908 μετέχει ενεργά στην πνευματική της ζωή της Αλεξάνδρειας, δημοσιεύοντας άρθρα του στον Τύπο και διηγήματά του σε λογοτεχνικά περιοδικά. Το 1910 επιστρατεύεται από το Στρατολογικό Γραφείο Λαρίσης στο 2ο Τάγμα Πεζικού. Ακολουθεί τη διαδρομή Λάρισα – Θεσσαλονίκη – Δράμα – Καβάλα έως τα σύνορα με τη Βουλγαρία, όπου βρίσκεται το σώμα στο οποίο υπηρετεί1. Κατά το 1913 υπηρετώντας στην 7η Μεραρχία, στο 21ο Σύνταγμα Πεζικού, στον 8ο Λόχο, διορίζεται σημαιοφόρος του Συντάγματος.

    Μετά το τέλος των πολέμων, την άνοιξη του 1914, επιστρέφει στην Αίγυπτο και εγκαθίσταται στο Ασσιούτ, όπου βρισκόταν η αρχαία Λυκόπολη.

    Στο Μανφαλούτ, ένα μικρό χωριό της Κοινότητας Ασσιούτ χτίζει την επιχείρησή του. Εμπορεύεται βαμβάκια κι άλλα γεωργικά προϊόντα. Τα αγοράζει από τους γηγενείς και τα μεταπωλεί. Διαμένει στο Ασσιούτ και καθημερινά πηγαίνει στο Μανφαλούτ. Δέκα τέσσερα χρόνια ζει ως εργένης στο Ασσιούτ. Στο σπίτι του στο Ασσιούτ που διαθέτει εκτός από γραφείο και μεγάλη βιβλιοθήκη, έχει πιάνο και κάθε είδους μουσικά όργανα, τα οποία παίζει, έχοντας άριστο μουσικό αυτί, ενώ ασχολείται ερασιτεχνικά και με τη ζωγραφική.
    Εκεί φιλοξενεί συχνά φίλους από την Αλεξάνδρεια. Η σύζυγος του Κώστα Τσαγκαράδα μεγαλωμένη στο Ασσιούτ ήταν εξαιρετικά μορφωμένη και καλλιεργημένη. Είχε φοιτήσει στο αμερικανικό κολλέγιο «Assiut College American Mission», γνώριζε πιάνο, τραγουδούσε πολύ ωραία, μιλούσε πολλές ξένες γλώσσες και αποτέλεσε σύντροφο ζωής για τον Κώστα Τσαγκαράδα που συμμεριζόταν τις ευαισθησίες του, τα ενδιαφέροντά του.

    Από το 1920 διατελεί εκλεγμένος πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Ασσιούτ συνεχώς έως το 1931, οπότε δηλώνει παραίτηση στο Υποπροξενείο της Μίνιας, όπου υπαγόταν η Κοινότητα Ασσιούτ, από το αξίωμα του προέδρου. Η δράση του είναι εξαιρετικά θετική για την Κοινότητα, όπως αποδεικνύεται από τις Λογοδοσίες της Κοινότητας, τις οποίες ο ίδιος συντάσσει και επιμελείται την έκδοσή τους κάθε έτος, καθόλη τη διάρκεια της θητείας του. Η Κοινότητα κατά τη θητεία του δραστηριοποιείται και ενδυναμώνεται μέσα από εκδηλώσεις, θρησκευτικούς εορτασμούς, δημιουργία κοινοτικών έργων. Οι λόγοι και οι προσφωνήσεις, στα ελληνικά, τα αραβικά, τα γαλλικά, τα αγγλικά, ανήκουν αποκλειστικά στον Κώστα Τσαγκαράδα, ακόμη κι όταν εκείνος δεν διατελεί πρόεδρος της Κοινότητας και είναι εξαιρετικοί ως προς την έκφραση και το περιεχόμενο, αναδεικνύοντας όχι μόνο τον «πολιτικό» άνθρωπο, τον πατριώτη, τον ακάματο κοινωνικό εργάτη, αλλά και το λογοτέχνη, το ρήτορα.

    Από το 1927 γίνεται μέλος του νέοϊδρυθέντος «Συλλόγου Ζαγοράς» που εδρεύει στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και απαρτίζεται από Ζαγοριανούς που διαμένουν σε όλη την επικράτεια της Αιγύπτου και του Σουδάν.
    Ο Κώστας Τσαγκαράδας συμμετέχει στην πνευματική ζωή του Ασσιούτ, ζωή που αναπτύσσεται γύρω από δύο κυρίως πόλους: τα εκπαιδευτικά ιδρύματα «Assiut College American Mission» και «British Institute» καθώς και το «Club», των οποίων είναι μέλος. Τα δύο πρώτα διοργανώνουν κύκλους εκδηλώσεων, ενώ το τρίτο αποτελεί τόπο συνάντησης ανθρώπων και με πνευματικά ενδιαφέροντα.

    Τα καλοκαίρια συχνά τα περνά με την οικογένειά του στην Αλεξάνδρεια, όπου νοικιάζουν σπίτι ή δωμάτιο σε ξενοδοχείο3. Εκεί έχει τη δυνατότητα να συμμετάσχει στις πνευματικές δραστηριότητες, να συναντά τους φίλους του και τις συντροφιές των λογίων της Αλεξάνδρειας, να εκδίδει τα βιβλία του, να αγοράζει βιβλία. Μόνο αρκετά αργότερα ταξιδεύει οικογενειακώς κάποια καλοκαίρια και στη Ζαγορά, όταν πια είναι πιο εύκολο.
    Από το 1934 και έως το τέλος της ζωής του αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα με τα μάτια του το οποίο δεν μπορεί να θεραπεύσει.
    Κυρίως μετά το 1950 περνά πολλά καλοκαίρια στη γενέτειρά του Ζαγορά, όπου συνδέεται στενά με πολλούς λογίους της, συμμετέχοντας στα πνευματικά της δρώμενα, όταν είναι παρών, και διατηρώντας αλληλογραφία όταν είναι απών. Τον Ιούνιο του 1960 ο Κώστας Τσαγκαράδας αναχωρεί για την Ελλάδα με την οικογένειά του χωρίς επιστροφή. Η εγκατάστασή του στην Αθήνα άλλοτε του είναι δύσκολη, άλλοτε γοητευτική, αλλά η σκέψη του ανατρέχει πάντα και στην Αίγυπτο της ζωής του.
    Το 1962 ο Κώστας Τσαγκαράδας πεθαίνει σε ηλικία 73 ετών στην Αθήνα από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και κηδεύεται στο νεκροταφείο του Δήμου Ζωγράφου των Αθηνών σε οικογενειακό τάφο.

    Πηγή: ΓΕΓΟΝΟΤΑ: gegonota.news