Category: ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Η συγκεκριμένη κατηγορία περιέχει κείμενα που αφορούν στην ιστορία της Ελληνικής Παροικίας στην Αλεξάνδρεια.

  • Η προσφορά της Ε.Κ.Α. στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

    Η προσφορά της Ε.Κ.Α. στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

    Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας έχοντας παράδοση στην προσφορά προς την Ελλάδα, δε θα μπορούσε να απέχει από το μεγάλο αγώνα που η πατρίδα διεξήγαγε κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η προσφορά μεγάλη και υλική αλλά και σε ανθρώπινο δυναμικό.

    1942. Αλεξάνδρεια, Chatby. Ελληνικά Σχολεία Ε.Κ.Α. Επίσκεψη Γεωργίου Β'. (Σουλογιάννης, Ε. Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας 1843-1993, Αθήνα: Ε.Λ.Ι.Α, 2005)
    1942. Αλεξάνδρεια, Chatby. Ελληνικά Σχολεία Ε.Κ.Α. Επίσκεψη Γεωργίου Β’. (Σουλογιάννης, Ε. Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας 1843-1993, Αθήνα: Ε.Λ.Ι.Α, 2005)

    Το 1940 ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια Κ. Βαλτής αναλαμβάνει την πρωτοβουλία να συστήσει την Εθνική Επιτροπή Ελλήνων Αλεξανδρείας, με έδρα τα γραφεία της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας. Στην επιτροπή πρόεδρος είναι ο ίδιος ο Γενικός Πρόξενος και μετέχουν πολύ αξιόλογοι Αλεξανδρινοί:

    Δ. Αφουδάκης, Ν. Βατίμπελας, Σ. Βλάχο;, Β. Δελλαπόρτας, Κ. Δημόπουλος, Δ. Ζερμπίνης, Α. Θεοδωράκης, Δ. Θεοδωράκης, Μ. Θερμιώτης, Α. Καζούλης, Μ. Καζούλης, Ε. Καλοχριστιανάκης, Ι. Κασιμάτης, Ν. Κοκκιναράς, Α. Κουταρέλλης, Μ. Λάσκαρις, Ν. Λέβη, Α. Λεοντής, Α. Μινώτος, Α. Μπενάκης, Μ. Μπενάκης, Π. Μοδινός, Ο. Μουστάκης, Γ. Νικολάου, Κ. Νικολάου, Δ. Οικονόμου, Γ. Οικονόμου, Χ. Περαίος, Π. Πετρίδης, Ι. Πηλαβάκης, Ρ. Ραδόπουλος, Ρ. Ρεμανδάς, Γ. Ρούσος, Κ. Σαλβάγος, Μ. Σαλβάγος, Α. Σαράτσης, Δ. Σαρσέντης, Α. Συναδινός, Κ. Ταβουλαρίδης, Ζ. Χαλκιάδης, Α. Χωρέμης και Γ. Χωρέμης.

    4.Έντοιχη πλάκα στην αυλή του Ι.Ν. Ευαγγελισμού προς τιμήν των πεσόντων Ελλήνων Αλεξανδρινών κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
    Έντοιχη πλάκα στην αυλή του Ι.Ν. Ευαγγελισμού προς τιμήν των πεσόντων Ελλήνων Αλεξανδρινών κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

    Το Μάρτιο του 1941 τα σχολεία της Ε.Κ.Α. παραχωρούνται στον Ελληνικό Στρατό, που αρχίζει να καταφθάνει στην Αλεξάνδρεια, μετά την κατάρρευση του μετώπου της Βορείου Ελλάδος, για να φιλοξενηθούν οι ιππείς, οι οποίοι είναι και οι πρώτοι Έλληνες στρατιώτες που φτάνουν. Το Μπενάκειο Συσσίτιο αναλαμβάνει τη σίτιση τους. Ταυτόχρονα τα σχολεία της Ε.Κ.Α. γίνονται κέντρο της Ελληνικής Παθητικής Αεράμυνας, την οργάνωση της οποίας είχε αναλάβει ο Ρ. Ρεμανδάς σε συνεργασία με τον Κυανό Σταυρό του Συλλόγου Ελλήνων Επιστημόνων Αλεξανδρείας «Πτολεμαίος ο Α΄». Τα σχολεία όμως πρόσφεραν και ανθρώπινο δυναμικό. Μέχρι τις 18 Φεβρουαρίου 1942 και ως αποτέλεσμα της επιστράτευσης οκτώ ηλικιών, είχαν στρατολογηθεί 14 διοικητικοί υπάλληλοι και 2 καθηγητές, οι οποίοι πολέμησαν στο Αλαμέιν, στη Μεσόγειο με το Ελληνικό Ναυτικό και στην Ελληνική Αεροπορία που δρούσε στη Βόρειο Αφρική.

    Στα κτίρια της Ε.Κ.Α. στεγάστηκε η έδρα της «Επιτροπής Περιθάλψεως Οικογενειών Επιστράτων», η «Φανέλλα του Στρατιώτου», το «Δέμα του Στρατιώτου», το «Σώμα Ελληνίδων Εθελοντριών Νοσοκόμων Αιγύπτου», το «Σπίτι του Ναύτη» κ.α.

    3.Έντοιχη πλάκα στην αυλή του Ι.Ν. Ευαγγελισμού προς τιμήν των πεσόντων μαθητών των σχολείων της Ε.Κ.Α.
    Έντοιχη πλάκα στην αυλή του Ι.Ν. Ευαγγελισμού προς τιμήν των πεσόντων μαθητών των σχολείων της Ε.Κ.Α.

    Η μεγαλύτερη, ίσως, βοήθεια της Ε.Κ.Α., πέραν του ανθρώπινου δυναμικού, στην αγωνιζόμενη Ελλάδα προσφέρθηκε μέσω του Ελληνικού Νοσοκομείου «Θεοχ. Κότσικας». Αρχικά και για μερικούς μήνες του 1941 εγκαθήστατε και λειτουργεί στους χώρους του Ελληνικού Νοσοκομείου το Γενικό Αυστραλιανό Νοσοκομείο, χωρητικότητας 250 κλινών. Εν συνεχεία η Ε.Κ.Α. παραχωρεί το Ελληνικό Νοσοκομείο στην Ελληνική Κυβέρνηση για να λειτουργήσει εκεί το Ελληνικό Ναυτικό Νοσοκομείο, χωρητικότητας 250 κλινών. Ενώ στη συνέχεια προστίθενται άλλες 250 κλίνες για την κάλυψη των αναγκών στρατού ξηράς και αεροπορίας. Ταυτόχρονα η Ε.Κ.Α. υπογράφει συμβόλαιο φιλοξενίας του 2ου Νεοζηλανδικού Εκστρατευτικού Σώματος και κάλυψης των αναγκών του σε θέματα περίθαλωης τραυματιών. Στο Ελληνικό Νοσοκομείο προσφεύγουν όμως και οι ναυτεργάτες και αξιωματικοί του εμπορικού ναυτικού, καθώς και μέλη οικογενειών επιστράτων και τραυματίες από τις αεροπορικές επιδρομές των δυνάμεων του Άξονα (Γερμανία, Ιταλία).

    5.Έντοιχη πλάκα στην αυλή του Ι.Ν. Ευαγγελισμού προς τιμήν των πεσόντων Ελλήνων στο μέτωπο της Βορείου Αφρικής και της Μεσογείου κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
    Έντοιχη πλάκα στην αυλή του Ι.Ν. Ευαγγελισμού προς τιμήν των πεσόντων Ελλήνων στο μέτωπο της Βορείου Αφρικής και της Μεσογείου κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

    Ο Ιερός Ναός του Ευαγγελισμού εξυπηρετεί τις θρησκευτικές ανάγκες των Ελλήνων στρατιωτών, με την τέλεση Ακολουθιών, Δοξολογιών και Μνημοσύνων, τα οποία συνήθως τελούνταν από τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Χριστόφορο και στις οποίες παρευρίσκονταν η στρατιωτική και πολιτική ηγεσία. Στον αυλόγηρο του ναού εντοιχίστηκαν πλάκες με τα ονόματα των πεσόντων Ελλήνων στρατιωτών, ναυτών και αεροπόρων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι περισσότεροι από αυτούς κηδεύτηκαν με δαπάνες της Ε.Κ.Α. Παράλληλα παραχωρήθηκε χώρος στο 2ο Νεκροταφείο της Ε.Κ.Α. όπου ανεγέρθη το «Ηρώο των εν Μέση Ανατολή πεσόντων υπέρ της πατρίδος Ελλήνων αεροπόρων», με δαπάνη των Θ. Κότσικα, προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου και Μ. Σαλβάγου, προέδρου της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας.

    (Πηγή: Σουλογιάννης, Ε. Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας 1843-1993, Αθήνα: Ε.Λ.Ι.Α, 2005, σσ. 281-283)

  • Γλαύκος Αλιθέρσης (1897-1965): ο Κύπριος λυρικός ποιητής της Αλεξάνδρειας

    Γλαύκος Αλιθέρσης (1897-1965): ο Κύπριος λυρικός ποιητής της Αλεξάνδρειας

    001 alithersis photoΟ Γλαύκος Αλιθέρσης, μαζί με τον Πέτρο Μάγνη, θεωρείται ότι συγκαταλέγεται στους σημαντικότερους αιγυπτιώτες ποιητές ύστερα, βέβαια, από την κορυφαία μορφή του Καβάφη και σε μεγάλη απόκλιση από τον τελευταίο. Αν ο Καβάφης βρίσκεται στο κέντρο του κύκλου ο Αλιθέρσης και μαζί του ένας ικανός αριθμός ποιητών κινούνται στον περίγυρο διανθίζοντας και συμπληρώνοντας τον ενδιάμεσο κενό χώρο. Η σημασία και η προσφορά τους δεν έχουν αποτιμηθεί επαρκώς ακόμη μέχρι τις μέρες μας, γεγονός που σηματοδοτεί αξιοπρόσεκτη έλλειψη για μια συνθετική και σφαιρικότερη μελέτη της πνευματικής και διανοητικής εν γένει κίνησης της αλεξανδρινής παροικίας και, συνολικότερα, των ελληνικών παροικιών στην Αίγυπτο.

    Είναι, νομίζουμε, εξαιρετικά ενδιαφέρον και ελκυστικό για τον επίδοξο μελετητή της νεοελληνικής γραμματείας να ερευνήσει και να φωτίσει με τη δέουσα προσοχή, συνδυαστικά, διαλεκτικά και αντιστικτικά όχι μόνο τις δεσπόζουσες μορφές, αλλά όλες εκείνες τις ποικίλες λογοτεχνικές και διανοητικές κινήσεις, τάσεις, ροπές, ιδέες και ρεύματα που θα μπορέσουν να ερμηνεύσουν το μοναδικό, σε μεγάλο βαθμό, φαινόμενο για τον νεότερο απόδημο ελληνισμό μιας εξαιρετικά πολύμορφης, πρωτότυπης και πλούσιας διανοητικής διαδρομής.

    001 alithersis

    Ύστερα από την παραπάνω μικρή παρένθεση ας γυρίσουμε ξανά στον «ελάσσονα» ποιητή Γλαύκο Αλιθέρση, ψευδώνυμο του Μιχάλη Χατζηδημητρίου, ο οποίος σε νεαρή ηλικία άφησε τη Λεμεσό, την αγαπημένη γενέθλια πόλη του, για να μεταναστεύσει στην Αλεξάνδρεια. Μετά τις γυμνασιακές σπουδές πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει φυσική αγωγή. Εκεί στα φοιτητικά χρόνια του ήρθε σε στενότερη γνωριμία με τους ελληνικούς λογοτεχνικούς κύκλους και τις πνευματικές αναζητήσεις της εποχής. Τότε έγραψε την ποιητική συλλογή Γαλανά δαχτυλιδάκια (1919), την οποία, σε μεταγενέστερη αποτίμηση του έργου του, περιέγραψε ως «βιβλίο των μιμήσεων». Στη συνέχεια κυκλοφόρησε στα 1921 τα Κρινάκια του γιαλού και δύο χρόνια αργότερα, στα 1923 τους Οραματισμούς του εωσφόρου, μιας συλλογής όπου διακρίνεται καθαρότερα πλέον η προσωπική γραφή του ποιητή, ο οποίος αρχίζει να  βρίσκει την δική του διακριτή φωνή.  Εργάστηκε ως γυμναστής στα εκπαιδευτήρια της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξάνδρειας. Επαναπατρίστηκε στην Κύπρο το 1963 όπου δυο χρόνια αργότερα απεβίωσε.

    002 alithersis

    Ο Αλιθέρσης, στη γνωστή διαμάχη για την πρωτοκαθεδρία μεταξύ του Καβάφη και του Παλαμά, συντάσσεται ανεπιφύλακτα με τον τελευταίο, όχι τόσο επειδή η ποίησή του συγκλίνει με την παλαμική όσο, μάλλον, για λόγους ιδιοσυγκρασιακής συγγένειας. Στα 1934, ένα μόλις χρόνο μετά τον θάνατο του αλεξανδρινού ποιητή, κυκλοφόρησε το βιβλίο Το πρόβλημα του Καβάφη, ένα κείμενο με το οποίο επιχειρεί να αποτιμήσει απαξιωτικά την καβαφική ποίηση υπερτονίζοντας τις αρνητικές εντυπώσεις του ανθρώπου σε βάρος του δημιουργήματός του. Παραθέτουμε τις πρώτες γραμμές του κειμένου που προδιαθέτουν σε μεγάλο βαθμό για όσα ακολουθούν:

    «Η καθαρή αξία της προσωπικότητας του Καβάφη, νομίζω δε βρίσκεται τόσο στην ποίησή του, όσο στις «φήμες» που ο μεγάλος εκείνος ηθοποιός κατόρθωσε να δημιουργήση. Ο Καβάφης δημιούργησε φήμες για τη ζωή του και φήμες για την τέχνη του. Ο τρόπος της ομιλίας κ’ η προφορά του, η στάση κ’ η χειρονομία του, η απόκρυψη της ηλικίας κ’ η φαινομενικά ιδιόρρυθμη και σαν αποτραβηγμένη από την κοινωνία ζωή του, από τη μια∙ κι απ’ την άλλη, ο παράξενος ιστορισμός του με τα παράξενα θέματα και πρόσωπα που αγκαλιάζει ο στίχος του, τα ύπουλα και θεληματικά ξεκαρφώματα του, ενάντια των καθιερωμένων στην ποίησή μας μετρικών συστημάτων και μεθόδων, οι φωναχτές και εξεζητημένες του ομοιοκαταληξίες, σπάνιες μα συχνά κωμικές, τα feuilles volantes κ’ η μυστική κυκλοφορία των ποιημάτων του. Και γύρω του, και πάνω απ’ όλα, οι ψίθυροι για ένα εντελώς αλοιώτικο τρόπο ζωής, με πρόσωπα ύποπτα, με υποκείμενα καταδικασμένα στην κοινή αντίληψη και ξεγραμμένα στην εχτίμηση της κοινωνίας. Μυστικές πληροφορίες και διάδοσες για μια ζωή δοσμένη και ζυμωμένη με σκάνδαλα και διανθισμένη με μύθους κι αλήθειες».

    003 alithersis

    Παρόλα αυτά, σύμφωνα με τον Μανώλη Γιαλουράκη, ο Αλιθέρσης, «μετά τον θάνατο του Καβάφη, υπήρξε ο κορυφαίος της αιγυπτιώτικης ποίησης. Κι ο στερνός της».

    Ο Κύπριος ποιητής υπήρξε ανήσυχο πνεύμα δοκιμάζοντας διαφορετικές τεχνοτροπίες και παρακολουθώντας με ενδιαφέρον τα λογοτεχνικά ρεύματα της εποχής του. Αν και κυρίως ασχολήθηκε με την ποίηση, ωστόσο, έγραψε μια αξιόλογη συλλογή διηγημάτων με τίτλο Αράχνες (1936), μια σειρά από κείμενα κριτικής, από τα οποία ξεχωρίζουν εκείνα για τον Νίκο Σαντορινιό και τον συμπατριώτη του Νίκο Νικολαΐδη,  μετέφρασε με αριστοτεχνικό τρόπο ποιήματα του Ρούπερτ Μπρουκ και δημοσίευσε δύο θεατρικά δράματα, ενδιαφέροντα για ανάγνωση αλλά χωρίς αξιώσεις να παρασταθούν στη σκηνή.

    004 alithersis

    Αξίζει να παραθέσουμε ορισμένες ζωηρές περιγραφές του Μανώλη Γιαλουράκη για τον άνθρωπο-ποιητή:

    «Γνωστός σα δάσκαλος και σε κείνους που δεν τον διάβασαν ποτέ, με τον ιδιόρρυθμο χαρακτήρα του και την ιδιόμορφή του αντίληψη της ζωής, έμεινε ως το τέλος ένας αλεξανδρινός «τύπος». Αρεσκόταν πολύ να περιτριγυρίζεται από νέους και να διηγείται ανέκδοτα και αναμνήσεις. Το καθιερωμένο του γνωστό «στέκι» ο Αθλητικός Όμιλος Ιβραημίας, συγκέντρωνε σχεδόν κάθε βράδυ νεαρούς διανοούμενους που τον άκουαν με σεβασμό. Ήτανε τότε συνταξιούχος… Σ’ ελληνικά μπακάλικα ο Αλιθέρσης έκανε πότε-πότε τραπέζια σε φίλους… Αλλά και «στο πόδι» έπινε συχνά στην Ιμπραημία. Ήταν ένας αληθινός εραστής της Αλεξάνδρειας που δεν ήθελε να πιστέψει πως ζούσε τη διάλυση της παροικίας. Όταν έφυγε για την Κύπρο έφυγε με μισή καρδιά».

    Ο Αλιθέρσης σε πολλά ποιήματα της πρώτης περιόδου με έντονη νοσταλγία και καημό θυμάται και αναλογίζεται τα παιδικά χρόνια στη γενέθλια πόλη του, τη Λεμεσό:

         «…Τώρα μονάχα νοσταλγώ ένα γυρισμό∙ να ζήσω

         μες στο ίδιο σπίτι ταπεινός και νάχω συντροφιά

         τα πράματα όλα που έτυχε παιδάκι ν’ αγαπήσω

         και στα ίδια ζώντας να με βρουν τα γερατιά.»

    Ωστόσο, από την Κύπρο, όπου επέστρεψε συνταξιούχος και έμεινε μονάχα δυο χρόνια πριν τον θάνατό του, νοσταλγεί την άλλη πατρίδα που εγκατέλειψε για πάντα, την Αλεξάνδρεια, όπου άφησε το «μισό εαυτό του», τους νεκρούς και ζωντανούς φίλους και πολλούς από τους πρώην μαθητές του. Αυτό το μετέωρο συναίσθημα είναι επίμονο και βασανιστικό στην περίπτωση του Αλιθέρση, όπως και πολλών λογοτεχνών της διασποράς, φανερώνοντας τη δυστοπία του βίου του μετανάστη, του πρόσφυγα, του εξόριστου, ο ορίζοντας του οποίου διαρκώς μετακινείται δίχως να βρίσκει ένα σταθερό σημείο ηρεμίας και γαλήνης.

    005 alithersis

    Η σπαρακτική κραυγή του ποιητή βρίσκει την πιο καθαρή λυρική έκφρασή της στην ποιητική συλλογή Μυστικός δείπνος (1944), ένα έργο με το οποίο θρηνεί τον θάνατο της πολυαγαπημένης κόρης του. Ο ίδιος σημειώνει: «Τα ποιήματα αυτά, που αφιερώνονται στην αξέχαστη Γλαύκη, δεν είναι παρά συνδυασμοί αισθημάτων και στοχασμών, προσαρμοσμένων στη μουσική διάθεση της στιγμής, που συνηθίσαμε καταχρηστικώς ν’ αποκαλούμε: στιγμή εμπνοής. Εικόνες και ίχνη μυστικισμού ανευρίσκονται κάπου. Μα ποτέ δεν ξεχνώ το Ελληνικό φως. Κι όταν ακόμα τη φωνή μου την εξαντλώ σ’ ένα επιφώνημα λύπης ή θαυμασμού και τότε πάλι δεν είναι άγονη. Περιέχει βαθύτερο, απ’ ότι μπορεί να συγκρατήσει μια εικόνα, στη συνθετότερη ουσία της. Ο παραλογισμός και τ’ όνειρο, που κεντρίζοντας τη διάθεση, σα να εξουσιάζουν το τραγούδι μου, δεν είναι η αναζήτηση καινοτροπίας. Γιατί η υφή μένει κλασσική».

    Οι κριτικοί του έργου του διαπιστώνουν μια επικράτηση ενός ιδιότυπου λογιοτατισμού στις τελευταίες συλλογές του, γεγονός που αποστερεί ζωτικούς χυμούς από την ποιητική δημιουργία του.

    Ωστόσο, αποτιμώντας την προσφορά του Αλιθέρση στα νεοελληνικά γράμματα ο Γιαλουράκης υποστηρίζει: «μια αισθητική αξιολόγηση της αιγυπτιώτικης λογοτεχνίας, μ’ οσοδήποτε αυστηρά κριτήρια, θα διαφυλάξει για τον Γλ. Αλιθέρση μια δεσπόζουσα θέση. Στη νεοελληνική λογοτεχνία, άλλωστε, η θέση του ανάμεσα στους ποιητές του «ελάσσονος λόγου», είναι εξασφαλισμένη».  Ο Ι. Μ. Χατζηφώτης παρατηρεί: «Ο Γλαύκος Αλιθέρσης δεν είναι μόνο ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της περιόδου, αλλά και ένας από τους πιο αξιόλογους τοων αλεξανδρινών Γραμμάτων».

    006 alithersis

  • Υγιεινή: Στείλατε τα παιδιά σας στην πλαζ

    Υγιεινή: Στείλατε τα παιδιά σας στην πλαζ

    Δεν ξέρω κανένα άλλο πειο δυνατό διεγερτικό της

                                   θρέψεως και προ παντός των πεπτικών λειτουργιών,

                                   από τον αέρα της θάλασσας.

    DujardinBeaumetz.

     

    Την αλήθεια του αξιώματος αυτού, ενός των μεγελειτέρων Γάλλων θεραπευτών, του περασμένου αιώνος, την διαβάζουμε καθημερινώς στα χαρωπά προσωπάκια των παιδιών μας, που η αύρα της θάλασσας και το κυματάκι του γιαλού, μεταμορφώνουν πολύ γρήγορα, σε απίστευτο βαθμό.

    Η διαμονή στη θάλασσα όχι μόνον διεγείρει και αυξάνει την ζωτικότητα του παιδικού οργανισμού, όχι μόνον ζωντανεύει τις νωθρές λειτουργικές του ικανότητες, αλλά και δυναμώνει τους μυς και τα κόκκαλα, τονώνει τα νεύρα του, τακτοποιεί την πέψι και αυξάνει τις θρεπτικές εναλλαγές. …

    Το θαλάσσιο λουτρό – τι θαυμάσιος εναρμονισμός θεραπευτικών αρετών – με την διάχυτη θαλπωρή των ηλιακών ακτίνων, είνε ένα από τα πειο αποτελεσματικά μέσα που διαθέτουμε, για να αναζωογονήσουμε τον οργανισμό των παιδιών μας και εξασφαλίσουμε την υγεία των.

    Είναι ένα αλάνθαστο δυναμωτικό φάρμακο που δεν μπορεί να συναγωνισθή και η πειο πλούσια σε τονωτικές ιδιότητες, φαρμακευτική συσκευασία.

    Όλα του, από τα χημικά του συστατικά και προ παντός το ιώδιό του, έως την αλμύρα του και την αφθονία των ραδιενεργών του ουσιών, αποτελούν ένα θεραπευτικό περιβάλλον πρώτου βαθμού, όπου τα κουρασμένα σώματα των παιδιών μας, ξαναβρίσκουν όλο το σφρίγος και τη ζωηρότητα που χάνουν μέσα στο «Βάραθρο αυτό των ανθρωπίνων υπάρξεων» τις ασφυκτικές πόλεις.

    Όσοι λοιπόν  έχετε παιδιά αναιμικά και χλωρωτικά με καθυστερημένην την θρέψι και την ανάπτυξί των, όσοι έχετε παιδιά, με το μυϊκό σύστημα ελαττωματικό και τα κόκκαλα αδυνατισμένα, όσοι έχετε παιδιά χοιραδικά, λυμφατικά ή και ραχιτικά, μην διστάζετε να τα στέλλετε στην πλαζ, για να επωφεληθούν από την σωτηρία επίδρασι του θαλασσίου νερού, για να φρεσκάρουν και δυναμώσουν τους πνεύμονας και την καρδιά.

    Μην ξεχνάτε ότι, πίσω από τις αρρώστιες εκείνες, που προσβάλλουν το τρυφερό στήθος των παιδιών σας, όπως είναι η ιλαρά, η γρίππη, η βρογχοπνευμονία, παραμονεύει η φυματίωσις, ο μεγαλείτερος και αγριώτεροςκαταστροφεύςτης παιδικής ηλικίας. Χρειάζεται λοιπόν μεγάλη προσοχή κατά την ανάρρωσι των παιδιών σας.

    Η θάλασσα, ο καθαρός αέρας και ο ζωογόνος ήλιος, τα τρία αυτά θαυματουργά δυναμωτικά, είναι τα μόνα, τα πειο βέβαια και τα πειο αποτελεσματικά μέσα, που ενισχύουν τον οργανισμό των παιδιών σας και θα τα προφυλάξουν από τον πειο επίβουλο εχθρό της υγείας των, την φυματίωσι. …

    Μες στην υγρή αγκαλιά της, μικροί και μεγάλοι, υγιείς και ασθενικοί, χλωρωτικοί και αδύνατοι, παίρνουν το ευεργετικό βάπτισμα ανανεώσεως υγείας και ευμορφιάς.

    Η θάλασσα και ο ήλιος, ο εχθρός αυτός των χλωρώσεων, καθώς τον τραγουδεί ο Baudelaire, είναι οι πειο χρήσιμοι, οι πειο καλοί γιατροί των παιδιών!

    Μην διστάζετε λοιπόν, ούτε στιγμή.

    Δώστε στα παιδιά σας, κάθε δυνατή ελευθερία. Στείλτε τα στην πλαζ.

    Ελευθερώστε τα από την φυλακή των ρούχων, που τα περισφίγγουν.

    Προφυλάξτε μόνον το κεφάλι τους με ένα πλατύ, μεγάλο, ψάθινο καπέλο.

    3Αφήστε τα, με την δερμάτινη μόνον φορεσιά τους, για να ψηθή σιγά-σιγά και μεθοδικά, να κοκκινίση σαν το φρούτο και να γείνη στο τέλος σοκολατένια. . .

    Συνηθίστε τα παιδιά σας να λατρεύουν τον ήλιο και το θαλάσσιο νερό και τότε θα τα δήτε πλημμυρισμένα από χαρά, από ευθυμία και με το ηθικό εξυψωμένο και πάντα ακμαίο και δυνατό.

    Έτσι, το κορμί των, όταν βρίσκεται σε επαφή, με το φως και με το νερό, θα γείνη σιδερένιο, ώμορφο και πλαστικό και θα αντέχη στις αρρώστιες και στις κακουχίες της ζωής.

    Θάλασσα! Πόσες άραγε φορές δεν νοσταλγούμε, την αξέχαστή σου συντροφιά, ποθώντας να ζήσουμε, όπως πρώτα, κοντά στα φύκια σου και στις αμμουδιές σου, και πόσες φορές δεν σμίγουμε με το παράπονο του κλαυθμηρού τραγουδιού σου, το βουβό πόνο μας, τον πόνο του ποιητού, που σε τραγούδησε τόσον αγνά, τόσον εύμορφα και τόσον απλά;

    «Στενάζεις καρδιά μου, το ίδιο αναστέναγμα:

    Να ζούσα και πάλι,

    στη θάλασσα εκεί, την ρηχή και την ήμερη

    στη θάλασσα εκεί, την πλατειά, την μεγάλη».

    Δρ. ΚΑΒΟΥΡ

     

  • Στην πλαζ

    Στην πλαζ

    Στην πλαζ κατέβηκα ένα απομεσήμερον

    και σαν να διάβασα του Βοκκακίου Δεκαήμερον

    το . . . νευρικόν μου σύστημα επανεστάτησε

    γιατί τα βλέμματά μου εν ακαρείεκράτησε

    μια θηλυκοπαρέα που εν σώματι

    ελούετο, και ήσαν όλες . . . κόμματοι.

     

    Στην πλαζ τα θήλεα δείχνουνε καμπυλότητας

    συνάμα κι ερεθιστικάς κοιλότητας,

    λούζονται ξένοιαστες και αμεράκωτες,

    κι ακόμα λίγο να φανερωθούν ξεβρ. . . .

     

    Στην πλαζ ζεύγος ερωτικόν πορεύεται

    τον απηγορευμένον στην καμπίνα γεύεται,

    τον μήνα παίρνει ο γκαφίρης μισό δολλάριον

    και μέρα νύχτα τους κρατάει . . . το φανάριον.

     

    Στην πλαζ κάθε τύπον καλλονής θα συναντήσετε

    και σώματα με το μαγιό θα αντικρύσετε,

    που λες από Φειδία σμίλη και λαξευθήκανε

    μα κι άλλα που μοιάζουν λουκουμάδες . . . που στραβοχυθήκανε.

     

    Στην πλαζ θα συναντήσετε γερόντια

    που προ πολλού εχάσανε . . . τα δόντια

    και μόλις δουν ανήλικα τεντώνονται

    και στο λεφτό τα μάτια τους γουρλώνονται.

     

    Στην πλαζ η πίστις η συζυγική εξαφανίζεται

    και του συμβίου η κεφαλή στολίζεται,

    γιατί τώρα οι σύζυγοι, σ’ όλης της γης τα πέρατα,

    έχουν για «μάρκα ντεποζέ» τα . . . κέρατα.

     

    Στην πλαζ θα συναντήσετε κάθε μορφής σουλούπι,

    αγαλματένια σώματα, και σώματα καλούπι

    θα δήτε δίπλα σε περικαλλή σας συμπολίτιδα

    μέλη γεροντικά που πάσχουν από  . . αρθρίτιδα.

     

    Αλεξάνδρεια Ιούλιος 1933

    ΣΤ. Μ. ΧΡΙΣΤΟΦΙΔΗΣ

    z

  • Τύποι και παρατυπίες στην πλαζ – Απομνημονεύματα

    Τύποι και παρατυπίες στην πλαζ – Απομνημονεύματα

    Ο οικογενειάρχης: Μου φαίνεται πως αυτοί που πνίγονται και οι φαμελίτες, είμαστε οι κυριώτεροι εκπρόσωποι της δραματικής φιλολογίας της πλαζ. Τι βάσανα! Το πρωί υποχρεώνουμαι να ξυπνώ με τους κοκόρους γιατί η γυναίκα μου θέλει να κάνει το πρωινό της μπάνιο με τα παιδιά στην πλαζ κι αρχίζει τις ετοιμασίες της αναχωρήσεως από τα ξημερώματα. Σηκώνουμαι, πάω αγουροξυπνημένος στη δουλειά μου. Σκοτούρες, ζέστη, σκασίλα. Κατά το βράδυ περνώ να τους πάρω και ν’ αναπνεύσω κι εγώ λιγάκι. Δεν βαριέσαι! Η ώρα του γυρισμού μου βγάζει ξυνή όλη την ευχαρίστησι. Νταραβέρι, τρεχάματα, καρδιοχτύπι. Η καϋμένη η Πολυξένη αφήνει το γλυκανάλατο ύφος τής καθώς πρέπει κυρίας, αγριεύει και παίρνει τον βλοσυρό τόνο του τσαούση για να . . . συμμαζέψη τα παιδιά που δεν έχουν ξεκολλημό από τα παιχνίδια τους: Γιωργάκη έλα θα σου τις βρέξω. . . Καιτούλα, μωρή δεν ακούς; φεύγουμε . . . Παυλάκη βρε εσύ! Φέρε τον Τοτό . . . Όταν τέλος δίνει ο Θεός και συμμαζεύονται και σιγυρισθούν θορυβωδώς τα τσανάκια και τα λοιπά εφόδια της εκδρομής στο καλάθι, ξεκινούμε. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως τέλειωσαν οι δοκιμασίες μας. Αμ δε! Όσο να βολευθούμε τόσοι άνθρωποι στο τραίνο βγαίνει η ψυχή μας. Και στο σπίτι ησυχάζουμε τάχα; Η Πολυξένη είνε νευριασμένη και για να ξεσπάση μου κάνει τον λογαριασμό των εξόδων. Το γούστο είνε που στο τέλος, όταν καλμάρει, μου λέει: Δεν βγάλαμε καϋμένε καμιά φωτογραφία στην πλαζ να θυμούμαστε. . .

    Τι να θυμούμαστε!

    123Ο χωριανός: Ξάπλα στην πλαζ κι άγιος ο Θεός! Ήλιος, αεράκι και άμμος ζεστή, σαν πουπουλένιο στρώμα. Νοιώθεις μάτια μου τη αξία της τεμπελιάς, ύστερα απ’ την καθημερινή αγγαρεία στο φελλαχοχώρι. Χορταίνει το μάτι σου από σάρκα. Μανούλα μου τι γύμνια! Όλα στη φόρα! Μπράτσα, γάμπες και τα παρακατινά, αφρατιές και γλύκες που θυμίζουν το ζαχαροκάλαμο . . .

    Ο ερωτευμένος: Γυμνισμός, φυσική ζωή και ψευτοηθική. Γνωρισθήκαμε πλάι στο κύμα και στον καθαρό ορίζοντα. Κουβεντιάσαμε, βουτήξαμε στη θάλασσα, λουσθήκαμε στις ακτίνες του ήλιου. Η άμμος σχημάτισε τη φόρμα των κορμιών μας, η καμπίνα γνώρισε την συντροφιά μας. Παίξαμε, γελάσαμε ξένοιαστοι και ανυπόκριτοι στη γύμνια μας. Χαρήκαμε τη φυσική μας οντότητα χωρίς την ετικέτα των τύπων. Δεν με σκανδάλιζε το τοσούδικο βρεμένο μαγιώ της και δεν της έκανε εντύπωσι η ηλιοθεραπεία μου. Μου χάριζε την επαφή της χωρίς τις επιτηδεύσεις της σεμνοτυφίας. Πρόσφερε στα μάτια μου την ροδισμένη απ’ τον ήλιο γύμνια της . . . Αυτά στην πλαζ. Όταν την συνάντησα σε κάποιο κέντρο ντυμένη ή μάλλον γδυμένη κατά το σύστημα της τελευταίας μόδας, συμμάζεψε τα χείλη της σε τυπικό χαμόγελο κι έβαλε το ’να πόδι πάνω στ’ άλλο για να δείξη την ξεκάλτσωτη γάμπα της που την περιέβαλλαν οι κυματισμοί της κρεπ ζωρζέτ που φορούσε κι εγώ έκανα πως δεν έβλεπα. . .

    Ο σνομπ: Επί τέλους! Μπορεί κανείς να λέη ότι παραθέρισε στην πλαζ του Ραμλίου χωρίς να ντροπιασθή από κείνους που πάνε στη Νίτσα και στο Μπιαρίτζ. Επεκράτησε τάξις και ευπρέπεια. Έλειψε ο παρακατιανός κοσμάκης που έκανε τα ρούχα του ένα μπογαλάκι και περιφρονώντας την χρήσι της καμπίνας και την δημοσίαν ηθική, γδύνονταν πίσω από ένα τεντωμένο σεντόνι ή μια προεξοχή βράχου. Τώρα οι καμπίνες είνε θαυμάσιες, βλέπεις να κυκλοφορούν πυτζάμες φαρδοσκελείς, μοντέλα ντερνιέ κρι, γύμνια που διαφέρει από της κυράς του Καρακόλ Λαμπάν ή της δεσποινίδος Ατταρινιώτου . . . Γνωρίσθηκα με μια μονταίν, αιθέριο πλάσμα! Φλερτ διακριτικό. Προχθές τα είπαμε τετ-α-τετ ενώ ο ήλιος βασίλευε, τα σύννεφα χρυσοκόκκινα φλογίζανε το άπειρο και η μεταξένια πυτζάμα της αντανακλούσε τις τελευταίες λάμψεις της . . .

    Ο φουτουριστής: Που είνε αυτοί που λένε ότι η θεωρία του σιόρ Μαρινέττι είνε αερολόγημα. Ορισμένως δεν θα πήγαινε ποτέ στην πλαζ. Τι ανομοιομορφία και ανακατωσούρα! Το δράμα γρονθοκοπείται με την κωμωδία και η πεζότης με την ποίησι. Η ωραιότης σκοντάφτει στην ασχήμια και η γαλήνη στον θόρυβον. Εδώ κάποιος χλωμός άρρωστος βυθίζεται σε μελαγχολία, ξένος αυτός στον οργασμό της Φύσεως και την χαρά της Ανοίξεως. Εκεί δύο ερωτευμένοι γλυκοσαλιάζουν το αιώνιο τραγούδι της αγάπης. Πάρα κάτω μια σειρήνα αφρόπλαστη στο πλευρό κάποιου ασχημάνθρωπου. Στην ακρογιαλιά οι μυριόσχημες δαντέλες των αφρών του κύματος, στον αέρα η κνίσσα του καπνού του οβελία που σιγοψήνεται στο γειτονικό καζίνο. Ο ψίθυρος της αύρας και ο ορυμαγδός της τζαζ-μπαντ! Πλαζ: φουτουριστικός πίνακας χωρίς αρχή και τέλος. . .

    ΛΟΥΚΙΑ ΜΑΡΒΑ

  • Πλαζ

    Πλαζ

    Έχομε τόσες λέξεις ελληνικές για να μεταφράσωμε την γαλλική plage: ακτή, παραλία, ακρογιάλι, ακροθαλασσιά, περιγιάλι, γιαλός, αμμουδιά, και όμως καμμιά δεν εκφράζει ακριβώς την έννοια της plage, στη σημερινή139 της μορφή.

    Η σημερινή plage είναι: μια, δυο, ή τρεις σειρές από καμπίνες, κοντά στη θάλασσα. Μεταξύ των καμπινών και της θαλάσσης, περιδιαβάζουν διάφορες δεσποινίδες με κομψά maillotsκολημμένα στις καμπύλες τους σώματός των. Τα maillotsκαι το περιεχόμενόν των, συνοδεύονται ή παρακολουθούνται εκ του πλησίον ή από μακρυά από διαφόρους… λατρευτάς των ωραίων γραμμών.

    Οι διάφοροι αυτοί οφθαλμολάτρεις των ωραίων αυτών πλαζ-μάτων της plage, αρκούνται εις το οπτικόν αυτό ζαχάρωμα. Μπορούν να ιδρύσουν σύλλογον, τον σύλλογον των ζαχαρο-πλαζ-τών.

    Η σημερινή επίδειξις των maillots και των σωμάτων, αποκλείει εις κάθε ώριμον ή ημιώριμονκυρίαν από του να κάμη λουτρά θαλάσσια, την ώρα της κοσμοσυρροής. Η σύγκρισις με τα νεαρά κορίτσια θα ήτο εξευτελιστική δια τα τυχόν υπολειπόμενα κάλλη των.

    Η διάφορες baigneuses, δεν πολυσκοτίζονται να μπουν στο νερό. Προτιμούν το ηλιόλουτρον, και σαν να θέλουν να πουν εις τους διαφόρους θαυμαστάς των: «τούτο μου εστί το σώμα, το υπέρ υμών και πολλών εκδυόμενον εις πρόκλησιν αμαρτιών».

    Εις το Sidi-Bishrετοιμάζεται μία μεγάλη piscine, διά νυκτερινά λουτρά. Εις τας piscine θα γίνεται διαρκής επίδειξις . . . πισινών.

    Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα θαλάσσια λουτρά είναι υγιεινότατα  και ως sport συντελούν εις την διάπλασιν ενός αρτίου σώματος. Δίδουν δε μια ιδιαίτερη νοστιμάδα εις τας λουομένας, αι οποίαι αναγκαστικώς διατηρούν επάνω των . . . και κάτω των, κάποια δόσινακτικού άλατος.

    ΣΟΔΑΣ

     

     

  • Ο Άγιος Παντελεήμονας… του Σίντι Μπισρ!

    Ο Άγιος Παντελεήμονας… του Σίντι Μπισρ!

                      (Αναμνήσεις από την πλαζ του Σίντι Μπισρ)

                        Ξέρετε τι θα πη άγιος Παντελεήμονας σε απόκεντρο εξοχικό μέρος, καθώς ήτανε εδώ κι’ εφτά χρόνια η πλαζ του Σίντι Μπισρ και μάλιστα όταν παρέχει τζάμπα την θεραπείαν του σε πάσαν νόσον και πάσαν μ….;

    Τακ, τακ, χτυπά η πόρτα. Ποι-ο-ο-ός; Κύριε γιατρέ, η μονάκριβη Αζίζα μας υποφέρει από πονόματο. Λίγο κολλύριο, να χαρήτε το φως των παιδιών σας!

    Τακ, τακ, η Φατιμέ, η πεθερά του Χασάνη Αλ-Σάιντ, έχει κοψίμτα, λίγο εγγλέζικο αλάτι, και σας μένομεν υπόχρεοι.

    Τακ, τακ. Τι συμβαίνει; Ο Μουσταφάς Αλ-Αντρίσι, ξύνεται από δυνατή φαγούρα σ’ όλο το σώμα. Λίγη αλοιφή παρακαλούμεν.

    Σας ορκίζομαι στον άγιον Παντελεήμονα, αυτό το τραγούδι ακούω τώρα εδώ κι επτά χρόνια κάθε καλοκαίρι, που πηγαίνω για αναψυχή στο παραθαλάσσιο ξύλινο παράπηγμά μλυ στην πλαζ του Σίντι Μπισρ!

    Και ποιος φταίει; Ακούστε. Αυτά που σας γράφω είναι παρμένα από το συναξάρι, δηλαδή από το μαρτυρολόγιο της ζήσης μου στη μαγευτική πλαζ του Σίντι Μπισρ.

    Βρισκόμεθαστες τελευταίες ημέρες του Αυγούστου του 1925. Μεσάνυχτα ακριβώς με το ρολόγι στο χέρι. Όξω απ’ το παράπηγμά μας άκουσα να σταματάη απότομα ένα αυτοκίνητο. Ακολούθησε κραυγή πόνου με κάμποσα αχ, αχ, αχ . . . . ! Ο ύπνος φυγαδεύτηκε απ’ τα μάτια μου. Ο νους μου, η προσοχή μου κι όλο το εγώ μου ήτανε στραμμένα προς τα όξω. Σαν προτομή αγάλματος καρφώθηκα  στο κρεββατάκι μου και σιγά-σιγά, ψιθύρισα στο αυτί της συντρόφου μου: Ευωδώ, κάποιο δυστύχημα συνέβηκε όξω. Σκέπτομαι να σηκωθώ. Και προτού τελέψω την τελευταία μου λέξη βρέθηκα όξω από την καμπίνα μου σιμά από ένα αυτοκίνητο και βοηθούμενος από το φως του φαναριού μας διέκρινα σε μικρή απ’ αυτό το αυτοκίνητο απόστασι τον υιό2ν τουΒέη. . . . . , Διευθυντή και ιδιοκτήτη της μεγάλης της πόλεώς μας αράπικης εφημερίδος . . . . ., ξαπλωμένον φαρδιά-πλατιά κατά γης κα σχεδόν αναίσθητον! Αμέσως έβαλα εις ενέργεια όλες τες πρακτικές ιατρικές μου γνώσεις που επέτυχαν περίφημα. Η χαρά μου ήτανε μεγάλη, γιατί έσωσα μια ψυχή από βέβαιο θάνατο. Κι όταν την άλλη μέρα έμαθα, πως οι γονείς του παθόντος, από επίλεκτη αιγυπτιακή οικογένεια, ήλθανε να προσφέρουνε με την ευγνωμοσύνη τους και την φιλία τους, η χαρά μου αναβαφτίσθηκε εις ενθουσιασμό . . . . !

    Ίσαμε ‘δω πάνε καλά τα πράματα. Περάσανε κάμποσες μέρες, να κι η πόρτα της καμπίνας μας χτυπά άγαρμπα μεσάνυχτα πάνω-κάτω. Τι συμβαίνει, ρωτώ από μέσα με φωνή τρομαγμένη.

    Κύριε γιατρέ, ο Βέης . . . σας παρακαλεί νάλθετε σπίτι γλήγορα. Η χανούμισσά του ετοιμογέννητη . . . .! Γλήγορα να χαρήτε!

    Εις την κεραυνοβόλον αυτήν είδησιν, εγώ, το ομολογώ, έμεινα κόκκαλο, οι δε άνθρωποί μου από μέσα ξέσπασαν εις ακράτητα γέλοια, και με το δίκηο τους! Καλά, είμαι γιατρός πρακτικός, όχι όμως και χειρούργος γυναικολόγος . . . και μάμμος! Και μόλις συνήλθα λιγάκι, είπα με ύφος σταθερόν εις την υπαλληλία του Βέη . . . . που με περίμενε στην πόρτα με τα φανάρια στα χέρια: Ο όρκος μου δεν με επιτρέπει να σας συνοδεύσω. Είμαι Δάσκαλος . . . της ιατρικής κι όχι γυναικολόγος . . . . !

    Αυτά τα δύο σύγχρονα περιστατικά ήρκεσαν να με ανακηρύξουν εις γιατρόν του Σίντι Μπισρ. Και πόσον κολακεύομαι όταν οι πολυπληθείς πελάτες μου με προσφωνούνε με τον τίτλον . . . του αγίου Παντελεήμονα!

    Σίντι Μπισρ, 5 Ιουλίου 1933                              Ευγένιος Μιχαηλίδης

  • Το αλεξανδρινό καλοκαίρι των περασμένων καιρών

    Το αλεξανδρινό καλοκαίρι των περασμένων καιρών

    Ο «Αλεξανδρινός Ταχυδρόμος», με την ευκαιρία του καλοκαιριάτικου φύλλου του Ιουλίου,  θέλει να προσφέρει στους αναγνώστες του μια λησμονημένη αίσθηση από αλεξανδρινά καλοκαίρια παλιότερων χρόνων.

    a

    Εκείνη την μακρινή εποχή του μεσοπολέμου, εκτός από την κυκλοφορία καθημερινώνεφημερίδων, φιλολογικών και πολλών άλλων εξειδικευμένων περιοδικών, τους καλοκαιρινούς μήνες έβγαιναν και περιοδικά με ποικίλη ύλη από ποιήματα, ανέκδοτα, χρονογραφήματα, ιατρικές συμβουλές, παροιμίες και ελαφρά ηθογραφήματα με θέματα έμπνευσης τη θάλασσα και τις πλαζ. Παρουσίαζαν, επιπλέον, εκτενή φωτογραφικά στιγμιότυπααπό τις γνωστές παραλίες της Αλεξάνδρειαςκαι διαφημιστικό υλικό που διαφήμιζε  κέντρα διασκέδασης, ξενοδοχεία, ζαχαροπλαστεία, εστιατόρια, αλκοολούχα ποτά και αναψυκτικά, οι ιδιοκτήτες των οποίων ήταν Έλληνες ή άλλοι ξένοι κάτοικοι.

    4

    Ένα τέτοιο περιοδικό ήταν η «Πλαζ», της οποίας ως εκδότες φέρονται ο Στέφανος Πάργας και ο Αντώνιος Σαρρής. Από το τεύχος του 1933 επιλέξαμε ορισμένα κείμενα και φωτογραφίες για τις ανάγκες του σημερινού αφιερώματος. Διατηρήσαμε την ορθογραφία των πρωτότυπων κειμένων, τα οποία γράφτηκαν από κάποιους γνωστούς λόγιους και δημοσιογράφους εκείνων των χρόνων. Σε κάποιους ηλικιωμένους πιθανόν να είναι οικεία ορισμένα ονόματα. Στους νεότερους μπορεί το αφιέρωμα να λειτουργήσει ως ένα ενδεικτικό μέτρο σύγκρισης της σημερινής εικόνας των ακτών της Αλεξάνδρειας με εκείνη της «κοσμοπολίτικης» εποχής.

    89

    Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας και η συντακτική επιτροπή του «Αλεξανδρινού Ταχυδρόμου» σας εύχονται ολόψυχα καλά μπάνια και καλές διακοπές.

    1

  • Πέτρος Μάγνης (1880-1953): ένας αιγυπτιώτης λυρικός ποιητής

    Πέτρος Μάγνης (1880-1953): ένας αιγυπτιώτης λυρικός ποιητής

    001

    002

    Ο Κωνσταντίνος Γ. Κωνσταντινίδης (ψευδ. Πέτρος Μάγνης) γεννήθηκε στη Ζαγορά του Πηλίου στα 1880. Μαθήτευσε στο δημοτικό σχολείο και στο σχολαρχείο του χωριού του και συνέχισε τις σπουδές του σε γυμνάσια του Βόλου και της Σύρου. Από την εφηβική του ηλικία άρχισε να γράφει τα πρώτα ποιήματά του. Σώζεται ένα νεανικό ποίημα του 1899 σε καθαρεύουσα με τίτλο «Επί τη θανή του εθνικού ευεργέτου Γεωργίου Αβέρωφ». Αργότερα φοίτησε στη Νομική Σχολή και στην Ανωτάτη Εμπορική Ακαδημία Ρουσσοπούλου.

    Αρκετά πρωτόλεια ποιήματα δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες του Βόλου και σε περιοδικά της Αθήνας. Το ποιητικό ταλέντο του, όμως, ωρίμασε στην Αίγυπτο. Αναλογιζόμενος τα χρόνια που πέρασε στην Αθήνα σημειώνει σε λίγες γραμμές:

    «Στην Αθήνα ζώντας, ουδέποτε πλησίασα, να γνωριστώ από κοντά και να με γνωρίσουν, λογίους εκείνης της εποχής. Ούτε και ζήτησα κανενός τη γνώμη για την αξία των έργων μου. Ανέκαθεν στάθηκα δάσκαλος και κριτής του εαυτού μου».

    Στην Αίγυπτο ο Μάγνης έφτασε το 1903 για να εργαστεί για πολλά χρόνια σε πόλεις και κωμοπόλεις της αιγυπτιακής ενδοχώρας στα εμπορικά γραφεία του Γ. Κανισκέρη που εμπορεύονταν κατά κύριο λόγο βαμβάκι.

    Λίγα χρόνια πριν τον θάνατό του, εγκατεστημένος στη Γκίργκα, αφηγείται ότι η μετανάστευσή του στην Αίγυπτο έγινε όχι με σκοπό να αποκτήσει μεγάλο πλούτο, αλλά για να μην λιμοκτονήσει «αλά Μαρτζώκη και Παπαδιαμάντη, παραμένοντας στην Αθήνα και ασχολούμενος αποκλειστικά με τη λογοτεχνία. Θεραπεύοντας όμως εδώ συγχρόνως τον Λόγιο με τον Κερδώο Ερμή, πείσθηκα, ύστερα από μαύρη πείρα, πως το ρητό «ουκ έξεστιν δυσίν Κυρίοις δουλεύειν», έχει τη θέση του». Η περίπτωση του Μάγνη είναι ανάλογη με εκείνη πολλών αιγυπτιωτών που έγραψαν λογοτεχνικά, πεζογραφικά και ποιητικά κείμενα ενώ εργάζονταν σκληρά για την επιβίωσή τους.

    Επηρεασμένος από κάποιες ουμανιστικές και σοσιαλιστικές ιδέες της εποχής του γράφει ποιήματα που τα ομαδοποιεί με την ονομασία «Κόκκινες σελίδες» και καυτηριάζει από τη μια μεριά την πλουτοκρατία, ενώ, από την άλλη υπερασπίζεται το δίκαιο των φτωχών και των καταπιεσμένων. Αξίζει να αναφερθεί το γεγονός ότι στέλνει στο αθηναϊκό περιοδικό «Νουμάς» ένα επαινετικό άρθρο για τον Μουστάφα Κάμελ, τον νεαρό ηγέτη της αιγυπτιακής αντίστασης στη βρετανική αποικιοκρατία. Ανάμεσα σε άλλα παρατηρεί:

    «Νάταν Ρωμηός και να ζούσε στην Ελλάδα με τέτοια αρχή και πρόγραμμα, σίγουρα θα πέθαινε στην ψάθα περιφρονημένος. Γιατί για την επικράτηση μιας σωστικής ιδέας δεν αρκεί μονάχα ένας Μουστάφα Κάμελ˙ χρειάζεται και λαός μορφωμένος να τον καταλαβαίνει και ο λαός μορφώνεται με τα σκολειά και τις υγιεινές διδασκαλίες των διδασκάλων του. Πράγματα ανύπαρχτα στο έθνος μας».

    Από την έναρξη κυκλοφορίας του αλεξανδρινού λογοτεχνικού περιοδικού «Νέα Ζωή» στα 1904 ο Μάγνης στέλνει ποιήματά του για δημοσίευση. Στα 1908 εκλέγεται μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού. Τον επόμενο χρόνο, όμως, διαφωνώντας με τις γλωσσικές επιλογές του το εγκαταλείπει και μαζί με τον αδερφό του Πήλιο Ζάγρα και άλλους λογοτέχνες (Χρ. Ζερβό, Κ. Τσαγκαράδα κ.ά) εκδίδει το περιοδικό «Σεράπιον» που τάσσεται ανεπιφύλακτα στο πλευρό των δημοτικιστών της εποχής.

    Στα 1914 ο Μάγνης κυκλοφορεί στην Αλεξάνδρεια την πρώτη ποιητική συλλογή του με τίτλο «Από τα τραγούδια της Σέμης», ενώ στα 1926 προσθέτοντας και ορισμένα καινούρια ποιήματα ξανατυπώνεται με την ονομασία «Τα τραγούδια της Σέμης και άλλα».  Αρκετά χρόνια αργότερα, στα 1933, κυκλοφόρησε τη συλλογή «Αρχιλόχεια», με εμφανή αναφορά στον Αρχίλοχο, τον αποκαλούμενο και «Όμηρο των ιάμβων». Η παραπάνω ποιητική συλλογή με δέκα όλα κι όλα ποιήματα θεωρείται ως το ωριμότερο έργο του ποιητή, για το οποίο, μεταξύ άλλων, ο ίδιος σημειώνει σε μια επιστολή του στον γιατρό Θεόδωρο Καβούρ:

    «Έγραψα τ’ «Αρχιλόχειά»  μου, όχι βέβαια για να μυκτηρίσω και μαστιγώσω, καθώς εκείνος μέχρι θανάτου, αλλ’ απλώς για ν’ αστειευθώ και θωπεύσω ειρωνικά μερικές ανθρώπινες αδυναμίες.

    Γι’ αυτό και σαν προσέξη κανείς μ’ αγάπη τα ποιήματά μου, θα δη πως διαπνέονται από κάποια ευγενικιά κι αιθέρια ειρωνεία που και σ’ αυτόν ακόμα τον αμέσως θιγόμενον προκαλεί το φαιδρό γέλωτα.

    Με το να γραφούν όμως τ’ «Αρχιλόχεια» σε φόρμα ελεύθερη, τους κόλλησε η ρετσινιά πως είνε Καβαφικά, γι’ αυτό και κανείς δεν τα πρόσεξε στην ουσία, άλλοι από αντιπάθεια προς το Καβαφικό είδος, κι άλλοι με τη θεωρία πως από του Καβάφη ανώτερα δε μπορεί να είνε, άρα κι ανάξια προσοχής».

    Στις «Λαδανιές κι’ ερείκια» του 1936, γραμμένες στην επαρχιακή Γκίργκα, πηγή της έμπνευσης είναι η νοσταλγία του γενέθλιου τόπου, η οποία αποδίδεται με λυρικούς τόνους. Τα «Κυκλάμινα» του 1938 είναι χωρισμένα σε δυο μέρη, το πρώτο αποπνέει έναν λυρισμό που αντλείται από βιώματα του παρόντος, ενώ το δεύτερο κυριαρχείται από μια «φιλοσοφική στοχαστικότητα» και μια θεματική ενότητα που έχει επίκεντρο την Αίγυπτο και τα φαραωνικά μνημεία. Στις «Πασχαλιές και χειμωνάνθια» του 1944 υπάρχει μια σύνθεση των «Αρχιλόχειων» και του γνώριμού του λυρισμού της νοσταλγίας και της φυγής. Της τελευταίας αυτής συλλογής προηγήθηκε η απόδοση στη δημοτική του τροπάριου της Κασσιανής. Στα 1947 κυκλοφορεί τη συλλογή «Τα μετά το έπος», η οποία χαρακτηρίζεται από την λατρεία για την Ελλάδα, την έκφραση πικρίας και οργής για τις τραγικές τύχες της μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.

    Τα «Άπαντα» του Πέτρου Μάγνη κυκλοφόρησαν στην Αλεξάνδρεια στα 1957 σε δυο τόμους όπου συμπεριλαμβάνονται και πολλά ανέκδοτα ποιήματα.

    Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος σημειώνει επιγραμματικά στα 1943 για τον ποιητή: «Ο Πέτρος Μάγνης, ένας λαμπρός ποιητής, [είναι] ο σπουδαιότερος ίσως μετά τον Καβάφη». Ο Μανώλης Γιαλουράκης, έχοντας μελετήσει το σύνολο του έργου του ποιητή, παρατηρεί: «Φυσιολάτρης μυστικιστής – υπήρξε τέκτων – κάποτε αρνητής της Θρησκείας («Κόκκινες σελίδες»), κι άλλοτε πιστός της, (αξιόλογη είναι η μετάφρασή του τού τροπαρίου της Κασσιανής), εικονοκλάστης και συντηρητικός, βασανίστηκε από αντιφάσεις, ίσως γιατί έζησε σε μιαν εποχή ζυμώσεων κι ανακατατάξεων». Ο Ι. Μ Χατζηφώτης επισημαίνει: «Με τον Πέτρο Μάγνη κλείνει ο κύκλος των τριών πρώτων αλεξανδρινών ποιητών. Με δεδομένη την απόσταση από τον Καβάφη, ποιητή πανελληνίου κύρους με παγκόσμια απήχηση, Αλιθέρσης και Μάγνης συνθέτουν, μ’ εκείνον στην κορυφή, την πυραμίδα των αξιολογότερων ποιητών της Αλεξάνδρειας.

    003004005

  • Μανώλης Γιαλουράκης

    Τον Μανώλη Γιαλουράκη γνωρίσαμε όλοι ως λογοτέχνη, κριτικό και δημοσιογράφο της εφημερίδας «Ταχυδρόμος». Λίγοι, όμως, γνωρίζουν πλευρές της ζωής του όπως τις έζησε με την αγαπημένη του σύζυγο Σοφία. Την κυρία Σοφία Γιαλουράκη, εκπαιδευτικό και συγγραφέα, συνάντησα στο σπίτι της στην Αθήνα πριν από μερικά χρόνια, όπου μου περιέγραψε στιγμές από την κοινή της πορεία με το Μανώλη και μου διηγήθηκε ιστορίες από την Αλεξάνδρεια της διανόησης:

    «Το να μιλάω για την Αλεξάνδρεια είναι για μένα μεγάλη ευτυχία.  Γεννήθηκα στο Κάιρο όπου και τελείωσα το σχολείο. Σπούδασα αρχαιολογία στην Αίγυπτο, παιδαγωγικά στην Αθήνα και θεατρικό παιχνίδι στη Γενεύη. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκα στην Αλεξάνδρεια όπου διορίστηκα από το ελληνικό κράτος ως δασκάλα στα σχολεία της Ιμπραιμίας. Το Μανώλη το γνώρισα σε ένα πλοίο. Γύριζα από την Ιταλία με μια φίλη μου (τότε βλέπεις δεν πηγαίναμε με αεροπλάνα), η οποία μου έδειξε κάποιον από μακριά και μου είπε: «ξέρεις ποιος είναι αυτός; Ένας που διαβάζεις τα άρθρα του στην εφημερίδα. Είναι ο Μανώλης ο Γιαλουράκης, που είναι δημοσιογράφος στον Ταχυδρόμο». Τότε είχε βγάλει και τα πρώτα του βιβλία, τα ταξιδιωτικά. Εγώ εκείνη την εποχή έγραφα σε μια άλλη εφημερίδα, «το Φως», ένα μυθιστόρημα σε συνέχειες, που λεγόταν «η ξανθή Κυρά». Κατεβαίνω, λοιπόν, στην τραπεζαρία με τη φίλη μου να τον γνωρίσω, του συστήνομαι, και μου κάνει την εξής πρόταση: «θέλετε να γνωρίσετε τον Καββαδία;». «Γιατί είναι εδώ;». «Αμέ», μου απαντάει. Ανεβαίνουμε, λοιπόν, μια σκάλα και βλέπω εκεί τον Κόλια με έναν μπερέ. Με τον Μανώλη γνωρίζονταν πολύ καλά, αλλά εμένα, φυσικά, δε με ήξερε. Κάποια στιγμή ο Καββαδίας άρχισε να κουνάει μπροστά στα μάτια μου τα κλειδιά του, με κοίταξε και μου είπε, «πάρτε, κυρία μου, τα κλειδιά μου να πάτε στην καμπίνα μου με τον Μανώλη». Εγώ ξαφνιάστηκα και του λέω, «συγγνώμη, αλλά τον κύριο τώρα μόλις τον γνώρισα και μόνο ένα βιβλίο του έχω διαβάσει». «Γιατί πόσα βιβλία του πρέπει να διαβάσετε, για να πάτε στην καμπίνα μου; Ε, αφού λοιπόν δε θέλετε, καθίστε εδώ μαζί μου». Και άρχισε να μας διηγείται εκείνες τις φοβερές ιστορίες του. Ότι πήγαινε με μαύρες, με άσπρες, με ζώα, με ό,τι μπορείτε να φανταστείτε…Κατάπληκτη εγώ…Η άμοιρη, δεν ήξερα τότε…. Αργότερα, φυσικά, έμαθα ότι τα περισσότερα που έλεγε ήταν προϊόντα της φαντασίας του. Μετά έγινε φίλος του σπιτιού.

    Ο Μανώλης, λοιπόν, ήταν εναντίον του γάμου και είχε βάλει στην εφημερίδα μια ανακοίνωση στην οποίο έλεγε ότι οι καλλιτέχνες δεν πρέπει να παντρεύονται, με το οποίο συμφωνούσα κι εγώ, γιατί πάντα πίστευα ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι αλλιώτικοι, δεν συμβιβάζονται εύκολα. Τελικά, ζήτησε να με παντρευτεί με έναν όρο: στο γάμο να μην έρθει κανείς και να μην το ανακοινώσουμε. Έγινε, λοιπόν, ένας υπέροχος γάμος στον Άγιο Σάββα, με κλειστές τις πόρτες, μας πάντρεψε δεσπότης και φυσικά δεν είχαμε κόσμο να κρίνει το νυφικό φουστάνι μου, όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις. Όπως καταλαβαίνεις, όταν βγήκαμε  από την εκκλησία και λέγαμε ότι παντρευτήκαμε, κανείς δε μας πίστευε. Έτσι, από την επόμενη μέρα ξεκίνησε ουσιαστικά η αληθινή μου ζωή. Με τον Μανώλη κάναμε πάρα πολλά πράγματα. Eκείνος μου άνοιξε τα φτερά. Δίπλα του, επίσης, σταμάτησα να γράφω, γιατί πίστευα ότι δύο συγγραφείς δε χωράνε στο ίδιο σπίτι. Πήρα, λοιπόν, την απόφαση και την ανακοίνωσα στην εφημερίδα. Οι συνάδελφοι ξαφνιάστηκαν. «Και τί θα τους κάνουμε τώρα τους ήρωες της ξανθής Κυράς;». Τους έβαλα, λοιπόν, όλους σε ένα πλοίο, το βύθισα και πάει, τελείωσε το μυθιστόρημα.

    Τον Μανώλη το θαύμαζα πάρα πολύ. Ήταν πολύ του ταξιδιού και έτσι γνωρίσαμε σχεδόν όλον τον κόσμο. Περάσαμε υπέροχα. Και φυσικά γνώρισα την Αλεξάνδρεια των γραμμάτων. Εκείνος ήταν μέσα στα γράμματα, αφού έγραφε και ο ίδιος. Ο μόνιμος τσακωμός του ήταν με το Τσίρκα, εάν ο Καβάφης ήταν ομοφυλόφιλος ή πολιτικός. Μια φορά πήγε ο Τσίρκας στην εφημερίδα, τον άρπαξε από το πέτο και του είπε φωνάζοντας: «δεν θα μου καταστρέψεις εμένα τη θεωρία μου ότι ο Καβάφης ήταν πολιτικός». Αυτοί ήταν οι καβγάδες. Ωραίοι καβγάδες…

    Ο Μανώλης, τότε, ήταν υπεύθυνος για τη φιλολογική σελίδα της εφημερίδας και πολλοί Αθηναίοι έρχονταν στην Αλεξάνδρεια να συνεργαστούν μαζί του. Έτσι γνώρισα πολλούς λογοτέχνες και ανθρώπους του πνεύματος, όπως τον Γιάννη το Μαγκλή, τον Γιώργο Σεφέρη με τη γυναίκα του και πολλούς άλλους. Όλοι αυτοί μαζεύονταν σε καφενεία, σε ζαχαροπλαστεία, και, κυρίως, στου Αθηναίου. Ήταν, βλέπεις, τόσο εύκολο να συναντήσεις κάποιον γνωστό στο κέντρο της πόλης. Στην Αλεξάνδρεια ζήσαμε μέχρι το ’64, οπότε η εφημερίδα πλέον άρχισε να χάνει πελάτες και το σχολείο όπου δούλευα ως δασκάλα άρχισε να χάνει παιδιά. Έπρεπε, λοιπόν, να παρθεί μια απόφαση. Ο Μανώλης ήταν να πεθάνει. Ήρθαμε λοιπόν στην Ελλάδα, αλλά βρήκαμε δυσκολίες. Αυτό που με σόκαρε τα πρώτα χρόνια ήταν η αγένεια των ανθρώπων. Όταν μπήκα για πρώτη φορά σε ένα ταξί και μου είπε ο οδηγός «πού πάει η μαντάμ;» δεν μπορούσα να το πιστέψω. Δεν την αντέχω την αγένεια. Ο Μανώλης ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ στις εφημερίδες. Έβρισκε μεν δουλειά, αλλά στην Αλεξάνδρεια είχε μάθει διαφορετικά. Εδώ όπου πήγαινε του έλεγαν «θα γράφεις για τη Βουγιουκλάκη» και τους απαντούσε ότι ήξερε να γράφει μόνο πολιτικά και λογοτεχνικά άρθρα και ότι δεν ήταν δυνατόν ν’ αρχίσει να γράφει για τη Βουγιουκλάκη. Τελικά ανέλαβε διευθυντής στην εγκυκλοπαίδεια «Δομή» και ησυχάσαμε από τις εφημερίδες. Εγώ, διορισμένη στο δημόσιο, έκανα μια βόλτα στα σχολεία, τα βρήκα βρώμικα κι έδωσα παραίτηση. Στη συνέχεια, μεταξύ πολλών άλλων, δούλεψα στου Παναγιωτόπουλου, άνοιξα δικό μου νηπιαγωγείο, και οργάνωσα τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. Όταν αργότερα έχασα τον Μανώλη, άρχισα να γράφω παιδικά βιβλία και άρθρα για το περιοδικό των Αιγυπτιωτών.

    Για να γυρίσω όμως στα παλιά, η Αλεξάνδρεια που εγώ αγάπησα είναι αυτή που έζησα με τον Μανώλη. Τότε που βγαίναμε τα μεσάνυχτα να πάμε σε κάτι αράπικες συνοικίες όπου πουλούσαν πάνω σε κάρα τις «μάγκες», αυτά τα περίεργα εξωτικά φρούτα. Ήταν μια άλλη ζωή αυτή που ζούσα με το Μανώλη. Το πρωί ήμουν η καθώς πρέπει δασκάλα και το βράδυ η μποέμ σύζυγος. Έζησα τελείως διαφορετικά μαζί του, έζησα την Αλεξάνδρεια του πνεύματος και των γραμμάτων».